ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ

Στην εποχή µας η εκπαίδευση αναζητά τρόπους απαγκίστρωσης από τη µηχανιστική µάθηση που έχει επικρατήσει τις τελευταίες δεκαετίες. Η τελευταία µάλιστα οδήγησε στην αύξηση του ανταγωνισµού, στην αποπροσωποποίηση µαθητών και καθηγητών και στην υποβάθµιση της φαντασίας και της δηµιουργικότητας αυτών.

Κρίνεται αναγκαία εποµένως η στροφή της εκπαίδευσης στην ενθάρρυνση της διαλεκτικής στάσης των ατόµων αναφορικά µε τον κόσµο. Η κριτική σκέψη και η δηµιουργία καλλιεργηµένων και υπεύθυνων ανθρώπων είναι πλέον περισσότερο αναγκαία από ποτέ.

Από την πρώτη στιγµή που ο άνθρωπος εµφανίστηκε στη γη, η µουσική παίζει ένα σηµαντικό ρόλο στη ζωή του. Από την αρχαιότητα χρησιµοποιείται για την αγωγή των παιδιών. Για παράδειγµα ο Πλάτωνας έλεγε: «Η εκπαίδευση στη µουσική είναι ανάγκη επιτακτική γιατί περισσότερο από οτιδήποτε στον κόσµο ο ρυθµός και η αρµονία επηρεάζουν το ενδότερο κοµµάτι του εαυτού µας, και ο καθένας από εµάς θα πρέπει να ξέρει πως να το χαλιναγωγήσει.»

Πως λοιπόν διαβρώθηκε τόσο πολύ αυτή η θεωρία µε το πέρασµα των καιρών; Γιατί η µουσική θα πρέπει να έχει την ίδια θέση στην σχολική εκπαίδευση όπως τα Ελληνικά, τα Μαθηµατικά και οι υπόλοιπες επιστήµες και ακόµα πιο πολύ θα πρέπει να κατέχει βασική θέση στην πρώιµη εκπαίδευση των παιδιών, να αρχίζει δηλαδή από την προπαιδεία.

Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα παιδιά που µαθαίνουν από νωρίς κάποιο µουσικό όργανο αναπτύσσουν γρηγορότερα της φυσικές, πνευµατικές, συναισθηµατικές και κοινωνικές τους δεξιότητες. «Η γνώση µουσικού οργάνου αυξάνει την συνεργατικότητα, την αυτοσυγκέντρωση, το µνηµονικό, την ικανότητα στην οµιλία, την όραση και την ακοή.

To τελικό µας συµπέρασµα είναι ότι η µουσική εκπαίδευση αναπτύσσει τις ικανότητες του εγκεφάλου και ολόκληρου του νευροµυϊκού µας συστήµατος» (University of Medicine, San Francisco, Dr Frank.R.Wilson). Η σύνθετη αυτή µαθησιακή διαδικασία ωφελεί πολλαπλά τους µαθητές, εφόσον τους δίνει τη δυνατότητα να χρησιµοποιούν δηµιουργικά τη σκέψη τους και τα συναισθήµατά τους.

Αποτελεί δηλαδή η µουσική αγωγή σπουδαία πνευµατική τροφή για τον άνθρωπο στην εποχή µας όπου κυριαρχεί η τάση της πλύσης εγκεφάλου και της διαµόρφωσης µη σκεπτόµενων προσώπων από τις κυβερνήσεις και τα Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης. Η ενασχόληση µε τη µουσική οξύνει το νου του ανθρώπου, δηµιουργεί τρόπους σκέψης και καλλιεργεί τον ψυχοσυναισθηµατικό µας κόσµο σε µεγάλο βαθµό ( Hargreaves, 1986; Swanwick, 1988).

Συνοπτικά θα λέγαµε ότι πως τα οφέλη από τη διδασκαλία της µουσικής είναι διπλά. Τα παιδιά γίνονται πιο δηµιουργικά, αναζητούν εναλλακτικές µορφές έκφρασης, αποκτούν αυτοεκτίµηση και αυτοπεποίθηση και µαθαίνουν να αναλαµβάνουν υποχρεώσεις απέναντι στον εαυτό τους και στην οµάδα τους.

Επιπλέον, είναι πια αποδεκτό ότι το κάθε παιδί γεννιέται µε ένα επίπεδο µουσικής δεκτικότητας ( music aptitude) , το οποίο στη συνέχεια αξιοποιείται σε µεγαλύτερο ή µικρότερο βαθµό. Ο Edwin Gordon έχει ορίσει τη µουσική δεκτικότητα ως τη δυνατότητα ενός ανθρώπου να πετύχει µουσικές δεξιότητες.

Κατά συνέπεια και όπως γνωρίζουµε ο δάσκαλος είναι ο σηµαντικότερος παράγοντας στην εκπαιδευτική διαδικασία. Πιο συγκεκριµένα είναι η κινητήρια δύναµη που θα δραστηριοποιήσει τα παιδιά µε σκοπό να πραγµατοποιήσει την ουσία του διδακτικού του έργου µε καθορισµένες ενέργειες. ( Νικολάου Τηλεµάχου, 2005).

Στα µέσα του 20 αιώνα ξεκίνησε ένα αυξανόµενο ενδιαφέρον για την µουσική εκπαίδευση. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια βρίσκεται στο επίκεντρο συζητήσεων και πολλών ερευνών ( Mills, 1989; Hargreaves,1986; Rainbow, 1989; Swanwick, 1992).

Η θέση της µουσικής στο σχολικό πρόγραµµα καθώς και οι διάφοροι παράµετροι όπως διδακτικές προσεγγίσεις, ποιος είναι ο πλέον αρµόδιος για τη διδασκαλία της µουσικής, απασχολούν µέχρι σήµερα το χώρο της µουσικοπαιδαγωγικής ( Elliot, 1995; Reimer, 1989; De Nora, )

Στις µέρες µας σύµφωνα πάντα µε τα Αναλυτικά Προγράµµατα επιδιώκεται µέσα από παιδαγωγικές διαδικασίες που στηρίζονται τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη, η σταδιακή και προοδευτική εισδοχή των παιδιών στον κόσµο της µουσικής.

Παράλληλα επιζητείται η καλλιέργεια της µουσικής τους ευαισθησίας φέρνοντας τους σε επαφή µε τις µουσικές έννοιες και τα µουσικά σύµβολα και βασικά αποκτούν αντίληψη όλων των παραµέτρων του ήχου.

Επίσης δίνοντας τους την ευκαιρία να συµµετέχουν σε δραστηριότητες σύνθεσης, ακρόασης, εκτέλεσης όπως τραγούδι και εκτέλεση µουσικών οργάνων µε απώτερο σκοπό την ανάπτυξη τους τόσο στο γνωστικό όσο και στο συναισθηµατικό και ψυχοκινητικό τοµέα ( Τηλεµάχου 2005 ;Τηλεµάχου & Οικονοµίδου 2004).

Ο ρόλος του δασκάλου

Επιπλέον οι δάσκαλοι ως κύριοι συντελεστές της εκπαιδευτικής διαδικασίας συµβάλλουν στην ολοκληρωµένη ανάπτυξη του παιδιού µε σύνθετο τρόπο:

1. Βοηθούν το παιδί να εµπλουτίσει τις γνώσεις του.

2. ∆ηµιουργούν ερεθίσµατα και ευκαιρίες για να υποκινήσουν τη: — — -

-Συναισθηµατική

-Φυσική

-Αισθητική του ανάπτυξη.

Όλοι σήµερα γνωρίζουµε ότι το ∆ηµοτικό Σχολείο αποτελεί τον παιδαγωγικό χώρο όπου το παιδί εκτός από την απόκτηση βασικών γνώσεων, βιώνει και άλλες εµπειρίες που συµβάλουν στην κοινωνικοποίησή και στη διαµόρφωση της προσωπικότητάς του. Η επαφή του µικρού µαθητή µε τον κόσµο της µουσικής συµβάλει:

• Στην ανάπτυξη του συναισθηµατικού του κόσµου και στην καλλιέργεια της προσωπικότητάς του, µέσα απ’ την ευεργετική επίδραση που ασκεί πάνω του. Οι Αντιλήψεις των Εκπαιδευτικών για τη Μουσική Αγωγή 9ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 983

• Στο να ενεργοποιήσει τις δηµιουργικές του δυνάµεις, τη φαντασία και την ευαισθησία του, έτσι ώστε να εκφράζει τα συναισθήµατα και τις ιδέες του. • Στη δηµιουργική επικοινωνία του µε τα µέλη της οµάδας, (ανάπτυξη πρωτοβουλιών και συνεργασίας) ως απαραίτητο στοιχείο για την οµαλή κοινωνικοποίησή του.

• Στο να έρθει σε επαφή µε µια βαθύτερη πνευµατική και συναισθηµατική ευχαρίστηση, που δεν µπορεί να εκφραστεί µε άλλο τρόπο, ούτε µε τα λόγια.

• Στην ανάπτυξη της αυτοσυγκέντρωσης και της αυτοπειθαρχίας, αφού µαθαίνει όχι µόνο να διαβάζει ένα µουσικό κείµενο αλλά και να το µελετάει.

• Στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης καθώς επίσης της ανάλυσης και της σύνθεσης µέσα από τη µελέτη ενός µουσικού έργου.

• Στη σωστή τοποθέτηση του σώµατος που απαιτείται κατά τη διάρκεια του τραγουδιού ή της µελέτης ενός µουσικού οργάνου προϋποθέτει την παραγωγή οργανωµένων κινήσεων, τον συντονισµό και την οµαλή λειτουργία του εγκεφάλου και του µυϊκού συστήµατος, εξασφαλίζοντας την εξάσκηση του στόµατος , των µυών του προσώπου, το δυνάµωµα των αναπνευστικών οργάνων, την καλή λειτουργία και την ψυχική ισορροπία όλου του οργανισµού.

Όλα αυτά όµως προϋποθέτουν τον καλύτερο δάσκαλο που µπορούµε να έχουµε όπου σύµφωνα µε τον Zoltan Kodάly « … όσο χαµηλότερα κατεβαίνουµε τις βαθµίδες της εκπαίδευσης τόσο καλύτερος και πιο άριστα εκπαιδευµένος πρέπει να είναι ο δάσκαλος της µουσικής.

Με δυο λόγια δεν µας ενδιαφέρει τόσο ο καθηγητής του Πανεπιστηµίου που πρέπει και οφείλει να γνωρίζει πολύ καλά τη δουλειά του αλλά περισσότερο από όλους ο δάσκαλος που θα ξεκινήσει τον µικρό µαθητή…».

Αθήνος Κωνσταντινίδης

--

--