ΟΙ ΦΥΣΙΚΕΣ ΒΑΦΕΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Μαρία Πιθαρά, μια σύγχρονη βαφέας Maria Pithara- Natural dyes in Cyprus

Alexandra Pambouka
6 min readMay 9, 2020

Tο άρθρο γράφτηκε για το Fashion Revolution Cyprus ως Arts and Cypriot Tradition Leader

English version at Fashion Revolution Blog

Πάμε πίσω στο χρόνο… όταν η Κύπρος ήταν σπουδαίος εμπορικός σταθμός με επιδέξιους τεχνίτες, που χρησιμοποιούσαν 100% φυσικές τεχνικές για να φτιάξουν ενδυμασίες. Εστιάζοντας στην ιστορία των φυσικών βαφών του νησιού, θα γνωρίσουμε τη Μαρία Πιθαρά, που ασχολείται με τις φυσικές βαφές και επέλεξε να ζει σε ένα μικρό χωριό στα βουνά της Κύπρου. Δυστυχώς, η παράδοση των φυσικών βαφών στην Κύπρο δεν επιβίωσε, όμως νεαρά άτομα, όπως η Μαρία, προσπαθούν να την αναβιώσουν.

Η Ιστορία των Φυσικών Βαφών στην Κύπρο

Πληροφορίες μπορούμε να αντλήσουμε από εκδόσεις της αρχαιολόγου Αγγελικής Πιερίδη** (1918-1973). Πιο κάτω παρατίθενται κύρια σημεία από τις έρευνές της για τις βαφές και τις τεχνικές, πουεκδόθηκαν το 1959 και 1961.

«Για την κατασκευή των βαφών χρησιμοποιούνταν τοπικά φυτά και σπόροι ή ζωικά παράγωγα (π.χ.αίμα βοδιού). Επίσης, γινόταν εισαγωγή βαφικών υλικών, που ήταν όμως πιο ακριβά. Στην Κύπρο γινόταν η καλλιέργεια του ριζαριού (κόκκινη βαφής), για τοπική χρήση και εξαγωγή, ήδη από τον Μεσαίωνα , γνωρίζοντας ιδιαίτερη ακμή τον 18ο αιώνα. Τον 19ο αιώνα η φθηνότερη χημική ουσία Alizarine, αντικατέστησε το ριζάρι. Σταδιακά όλες οι φυσικές βαφές αντικαταστάθηκαν από χημικές και γι’ αυτό η τεχνογνωσία κατασκευής των φυσικών στην Κύπρο, δεν διασώζεται με ακρίβεια.

Πασματζήδες, Μαντηλαράδες και Σιαλάραινες…

Οι βαφές χρησιμοποιούνταν σε νήματα και υφάσματα. Υπήρχαν επίσης σχετικές τεχνικές. Στη Λευκωσία, οι “Πασματζήδες” ασχολούνταν με το τύπωμα βαμβακερών υφασμάτων (πασμάδες) με ξύλινα σκαλιστά καλούπια-στάμπες, τέχνη εξίσου διαδεδομένη σε Ελλάδα, Κωνσταντινούπολη και Μ.Ασία.

Οι “Μαντηλαράδες” ασχολούνταν με το τύπωμα μαντηλιών κεφαλής που διαφέρει από την τέχνη των πασματζήδων, αφού ήρθαν στην Κύπρο τεχνίτες από τη γύρω περιοχή και επηρέασαν την τοπική τεχνική. Την πολύπλοκη διαδικασία ανάμειξης των χρωμάτων αναλάμβαναν οι γυναίκες.

Η Ζωϊτσα Τουμάζου

Τέλος, οι “Σιαλάραινες” στο Κοιλάνι έβαφαν μεταξωτά μαντήλια, δένοντας κόμπους με πομεταξάδες (χοντρές κλωστές μεταξιού). Αρχικά έβαφαν το μαντήλι με χρυσόξυλο, έπειτα έδεναν τα σημεία που δεν ήθελαν να βαφτούν και έβαζαν το ύφασμα δύο ή περισσότερες φορές στη βαφή. Τέλος, έλυναν τους κόμπους και έτσι σχηματίζονταν διάφορα σχέδια . Τα μαντήλια αυτά λέγονταν Εφταλοϊτικα και η τελευταία τεχνίτρια, Ζωϊτσα Τουμάζου, απεβίωσε το 2005.

Η Μαρία Πιθαρά και οι Φυσικές Βαφές

Το εργαστήριο της Μαρίας στο Φεστιβάλ Ξαρκής 2017

Η πρώτη φορά που συναντήσαμε τη Μαρία ήταν στο Κοιλάνι, στο Φεστιβάλ Ξαρκής το 2017, όπου οργάνωσε ένα εργαστήριο με αφορμή την τοπική τεχνική. Δύο χρόνια αργότερα, σε ένα μικρό χωριό με ελάχιστους κατοίκους, τις Τρεις Ελιές, ξανασυναντήσαμε τη Μαρία, που ζει εκεί και καλλιεργεί με την οικογένειά της.

Μας μίλησε για την ενασχόλησή της με τις φυσικές βαφές και τη σχέση της με τη βιωσιμότητα. Η Μαρία αγαπούσε πάντοτε το χρώμα! Είναι εικαστικός και ξεκίνησε να ασχολείται με τις φυσικές βαφές μετά από μια επίσκεψή της στο μουσείο Metropolitan στη Νέα Υόρκη, σε μια έκθεση για το παγκόσμιο εμπόριο υφασμάτων από τον 16ο μέχρι τον 19ο αιώνα. Εκεί προμηθεύτηκε
ένα εγχειρίδιο και σύντομα άρχισε να καλλιεργεί λουλάκι (το φυτό που δίνει το χρώμα indigo). Από τότε δεν σταμάτησε να συλλέγει πληροφορίες για βαφικά φυτά, να μαθαίνει και να πειραματίζεται.

Οι φυσικές βαφές, που στο παρελθόν είχαν τεράστια εμπορική αξία, αντικαταστάθηκαν σταδιακά από τις συνθετικές βαφές.

Η Μαρία Πιθαρά

Η Μαρία, αναφέρει σχετικά: “Ξέρουμε ότι πολλές από τις συνθετικές βαφές που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία της μόδας είναι τοξικές, κυρίως για το περιβάλλον και τους ανθρώπους που ζουν και εργάζονται γύρω από τα εργοστάσια βαφής υφασμάτων. Πιθανόν και για εμάς τους υπόλοιπους που τις φορούμε, αν και ακόμα δεν γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό.

Προς το παρόν, δεν είναι πολύ απλό το να πάμε πίσω στις φυσικές βαφές σε μεγάλη κλίμακα. Είναι πολύ resource intensive, δηλαδή χρησιμοποιούν πολλή έκταση γης, νερό, η διαδικασία προετοιμασίας των υφασμάτων αλλά και η ίδια η βαφή είναι εξαιρετικά χρονοβόρα κτλ. Πιθανόν η απάντηση να βρίσκεται κάπου μεταξύ φύσης και καινοτόμας τεχνολογίας, χρειάζεται όμως ακόμα έρευνα”.

Ως μητέρα, ανησυχεί για την κατάσταση του περιβάλλοντος που κληροδοτείται στις νεότερες γενιές, καθώς και για την αδιαφορία πολλών για τις επιπτώσεις της στάσης ζωής που έχουν ως καταναλωτές στην περιβαλλοντική κρίση.

Η ίδια ακολουθεί μια πιο βιώσιμη στάση ζωής με διάφορους τρόπους. Μεταδίδοντας την αγάπη για τη φύση σε παιδιά και οικογένειες
μέσω εργαστηρίων για τη μαγεία των φυσικών χρωμάτων. Εξερευνούν τον ρόλο των χρωμάτων στον κόσμο των φυτών και των ζώων και μαθαίνουν για τις χρωστικές ουσίες που χρησιμεύουν για τη δημιουργία βαφών ή
μπογιών. Θεωρεί ότι με αυτό τον τρόπο τα άτομα εμπλέκονται περισσότερο στον “πολύπλοκο και υπέροχο ιστό τη φύσης που μας περιβάλλει”. Συμπληρώνει, πως εάν ένα παιδί δεν έρθει σε επαφή με τη φύση, δεν μπορεί να κατανοήσει την αξία της και επομένως να την προστατέψει. Ακόμη,
πιστεύει οτι “η τέχνη και η δημιουργικότητα βρίσκονται στον αντίποδα της αλόγιστης κατανάλωσης και πρέπει να ενθαρρύνονται από μικρή ηλικία”.

Έργο της Μαρίας

Επιπρόσθετα, στη δουλειά της εκτός από τις φυσικές βαφές, επαναχρησιμοποιεί πολλά υφάσματα, όχι μονάχα για λόγους βιωσιμότητας αλλά γιατί πάντα την “έλκυαν οι ιστορίες πίσω από τα παλιά υφάσματα και τα ρούχα”.

Τέλος, αναφέρεται στην αλλαγή που θα ήθελε να δει στην Κύπρο όσων αφορά τις συνήθειες που σχετίζονται με τη βιομηχανία της μόδας: “Θα ήθελα να δω περισσότερο κόσμο να ντύνεται και γενικά να λειτουργεί πιο ενσυνείδητα. Να απορρίψει το εύκολο, το γρήγορο, το φτηνό. Δεν πιστεύω
οτι χρειάζεται να έχεις λεφτά για να στηρίξεις κάτι το βιώσιμο. Το απλούστερο παράδειγμα όσων αφορά τη μόδα είναι τα μεταχειρισμένα ρούχα, τα οποία δυστυχώς πολλοί ακόμα αποφεύγουν”.

Τι αξίζει να προσέξουμε σχετικά με τις βαφές

Η διαδικασία της φυσικής βαφής

Σύμφωνα με τη Μαρία, αυτό που δεν είναι απόλυτα αθώο σε σχέση με τις φυσικές βαφές είναι τα mordants (οι ουσίες που συμβάλλουν στη σταθεροποίηση της βαφής πάνω στο ύφασμα): “Μερικές εκατοντάδες χρόνια πριν, όταν όλα βάφονταν με φυτά, έντομα και ορυκτά, η διαδικασία βαφής ήταν πολύ εντατική. Οι βαφείς συνήθως χρησιμοποιούσαν υψηλές συγκεντρώσεις των mordants (πολύ περισσότερο από οποιονδήποτε χρησιμοποιεί σήμερα) καθώς επίσης και κάποια πιο τοξικά and mordants όπως ο κασσίτερος ή το χρώμιο, που ήταν πολύ διαδεδομένα παλιά. Σήμερα τα πιο διαδεδομένα mordants που χρησιμοποιούνται σήμερα είναι τα μεταλλικά άλατα στυπτηρία (aluminium potassium sulfate) και aluminium acetate. Η στυπτηρία (alum) γενικότερα δεν θεωρείται τοξική, παρόλο που κανείς πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός όταν την πετάει, που σημαίνει ότι δεν είναι απόλυτα αβλαβής. Αυτό είναι το mordant που χρησιμοποιώ σχεδόν εξολοκλήρου. Μια κοινότυπη πρακτική είναι η επανάχρηση του mordant προσθέτοντας το στο νερό, ώστε να μειωθεί στο ελάχιστο ως απόβλητο.

Μερικοί νεότεροι βαφείς, προσπαθούν να αποφύγουν γενικότερα τη χρήση των mordants. Εναλλακτικά χρησιμοποιούν συγκεκριμένα φυτά (π.χ. indigo) που δεν χρειάζονται την ενίσχυση του mordant ή χρησιμοποιούν συστατικά όπως το γάλα σόγιας. Το πρόβλημα είναι ότι το δεύτερο, είναι συνδετικό υλικό και όχι mordant. Επομένως η σύνδεση βαφής και υφάσματος δεν είναι πολύ πετυχημένη και το χρώμα δεν διαρκεί για πολλή καιρό.

Μια ενδιαφέρουσα πληροφορία που θα μπορούσατε να ερευνήσετε περισσότερο, είναι το symplocos, είδος φυτού, που από αυτό προκύπτει το μοναδικό φυσικό mordant διαθέσιμα στους βαφείς σήμερα. Το φυτό μεγαλώνει στην Ινδονησία και έχει την ιδιότητα να συσσωρεύει αλουμίνιο στα φύλλα του από το έδαφος.

Υπάρχει ένα ίδρυμα που εργάζεται τα τελευταία χρόνια για τη διαφάνεια και αειφορία της διαδικασίας της συγκομιδής, επεξεργασίας και διάθεσης του φυτού. Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα εδώ. Ακόμα δεν το έχω χρησιμοποιήσει καθώς είναι αρκετά πιο ακριβό προϊόν από ότι το χημικό΄ θα ήθελα οπωσδήποτε όμως να το δοκιμάσω ”.

Θα βρείτε την Μαρία στο instagram στο @rhusandparus.

*Πηγή: Πιερίδη, Α. Γ (1991). Κυπριακή Λαϊκή Τέχνη. 2η εκδ. Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών: Λευκωσία

@fashrev_cy

--

--

Alexandra Pambouka

I am a Visual Artist with a background in Cultural Policy and Development. Since 2016 I have been practicing and researching the field of basketry.