Για μια νέα προοδευτική ατζέντα
Των Πασχάλη Αγανίδη / Στέφανου Παραστατίδη
Mεγαλώνουμε σε μία χώρα της οποίας το μέλλον συνεχώς λιγοστεύει.
Το εθνικό μας σχέδιο φτάνει μέχρι το επόμενο Eurogroup, την επόμενη αξιολόγηση, τις επόμενες εκλογές.
Το όραμά μας εξαντλείται σε μία διαρκή ελεημοσύνη, για έναν οικονομικό διακανονισμό, μία επόμενη δόση, τη ρύθμιση του χρέους.
Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν στις σκιές.
Κάθε μέρα, ολοένα και περισσότεροι συμπολίτες μας χάνουν τη δουλειά τους, εγκαταλείπουν την πολιτική, αφήνουν τη χώρα.
Οι κλειστές συντεχνίες παραμένουν κυρίαρχες στο πολιτικό πεδίο, στους εργασιακούς χώρους, στην καθημερινότητά μας·
αρνούνται να συνεργαστούν για το κοινό καλό, μετατρέπουν τα δικαιώματα των πολλών σε προνόμια των λίγων και δημιουργούν μία νέα πλειοψηφική αόρατη κοινωνία που εγκαθίσταται για τα καλά στο περιθώριο.
Η δημόσια σφαίρα έχει ερημώσει και λεηλατείται από δημαγωγούς, λαϊκιστές, χρεοκοπημένα συμφέροντα, ιεροκήρυκες της ηθικής.
Ζούμε μία καθημερινή ισορροπία τρόμου, ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα, την ελπίδα και τον φόβο, τον ρεαλισμό και τη δημαγωγία, την χρηστή πολιτική διαχείριση και τον εθνικολαϊκισμό, τον ορθολογισμό και τις θεωρίες συνωμοσίας, την Ευρώπη και την απομόνωση, το μνημόνιο και το αντιμνημόνιο, το ευρώ και της δραχμή.
Η δημοκρατία φθίνει, η ευημερία αίρεται, η δικαιοσύνη αμφισβητείται.
Βιώνουμε μία κρίση, την οποία αντιμετωπίζουμε ακόμη και σήμερα με στενούς κομματικούς όρους, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής, δίχως εθνική συνείδηση.
Μας πήρε 7 χρόνια ύφεσης, 5 εθνικές εκλογές, 1 δημοψήφισμα και 3 προγράμματα προσαρμογής, για να πεισθούμε ότι δεν υπάρχει εύκολος δρόμος.
Επιλέξαμε να μην κάνουμε τη διάγνωση των αιτιών που μας οδήγησαν στην χρεοκοπία. Προτιμήσαμε θεωρίες συνομωσίας περί φουσκωμένων ελλειμμάτων, τα ισοδύναμα των Ζαππείων, το σκίσιμο του μνημονίου, το σκίσιμο της λογικής.
Μοιράσαμε απλόχερα ευθύνες σε όλους εκτός από εμάς, δεν αναζητήσαμε το αληθές ως εθνικό απέναντι στους ανυπεράπιστους παρά πουλήσαμε ψηφοθηρικές υποσχέσεις.
Εκμεταλλευτήκαμε τον πόνο, τον θυμό, την οργή, ξοδέψαμε κάθε ίχνος αξιοπιστίας, κάθε έννοια εμπιστοσύνης, με μοναδικό αντάλλαγμα την εξουσία.
Πήραμε το μεγαλύτερο πρόγραμμα χρηματοδοτικής στήριξης στην παγκόσμια ιστορία και το μετατρέψαμε σε επιδοτούμενη προστασία των χρεοκοπημένων συστημάτων, όταν η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών,των εργαζομένων και των ανέργων κατέρρεε.
Ο πελατειασμός θριαμβεύει, ο ατομικισμός κυριαρχεί, το θεσμικό πλιάτσικο βαθαίνει.
Η πολιτική κινείται πάνω σε αφηγήματα, τρέφεται από ιδέες, στηρίζεται σε αξίες.Ένα από αυτά υποστηρίζουμε ότι αποτελεί η Ανοιχτότητα ως πολιτική αξία και ο άξονας ανοιχτού/κλειστού (open Vs closed) που μπορεί να επανακαθορίσει με επιτυχή τρόπο την διάκριση μεταξύ προοδευτισμού και συντηρητισμού σε επίπεδο πολιτικής, οικονομίας και κοινωνίας.
Τα πρώτα ερωτήματα που προκύπτουν ανεπαίσθητα στον αναγνώστη είναι τα εξής:
- Γιατί ανοιχτότητα; Και γιατί τώρα;
Η ανοιχτότητα είναι μία διαχρονική αξία και τη συναντάμε ως σύγκρουση μεταξύ των ανοιχτών και κλειστών κοινωνιών από τα αρχαία χρόνια. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Πελοποννησιακού πολέμου μεταξύ της Αθήνας και της κλειστής κοινωνίας της Σπάρτης ή η ανοιχτότητα σε ιδέες του χριστιανισμού και της αναγέννησης. Ακόμη πιο σημαντικό για τα πολιτικά δεδομένα το ανοιχτό ρεύμα ιδεών που επεκτάθηκε στην Ευρώπη μετά τη Γαλλική επανάσταση και έβαλε τα θεμέλια της δημοκρατίας σε στέρεες βάσεις.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η πρόοδος και η οικονομική ευημερία των λαών συνδέεται με την αξία της ανοιχτότητας, και αυτό διότι ζούμε πλέον σε έναν διασυνδεδεμένο κόσμο και η απομόνωση, το σήκωμα των τειχών, η περιθωριοποίηση και ο εγκλωβισμός φέρουν ανισότητες, αποδυνάμωση του πολίτη και των δικαιωμάτων του, λιγότερες ευκαιρίες, δυστυχία, φτώχεια.
2) Ποια η αξία των θεσμών; Γιατί επιμένουμε στους ανοιχτούς πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς;
Η προοπτική κ η ευημερία είναι εξάρτηση των θεσμών. Οι θεσμοί είναι αυτοί που δομούν τις αξίες, δημιουργούν το ρυθμιστικό πλαίσιο και ενδυναμώνουν τις ιδέες μας. Ο Καρλ Πόπερ παρομοιάζει με εξαιρετικό τρόπο τους θεσμούς με τους μοχλούς στη μηχανολογία, ως αναγκαίους να πολλαπλασιάσουν τη δύναμή μας, υπερβαίνοντας τη δύναμη των μυών μας. Μονάχα που η ισχύς αυτή μπορεί να ευνοήσει είτε το καλό είτε το κακό. Και αυτό εξαρτάται από το αν οι θεσμοί είναι ανοιχτοί, δηλαδή Πλουραλιστικοί, έτσι ώστε, απευθυνόμενοι στους πολλούς να αίρουν ανισότητες, ή είναι κλειστοί, προσοδοθηρικοί, εξυπηρετώντας ομάδες συμφερόντων εις βάρος του γενικού καλού. Οι κλειστοί πολιτικοί και οικονομικοί θεσμοί παράγουν ασυμμετρία πολιτικής ισχύος, συγκεντρώνουν τον πλούτο στα χέρια των λίγων προκαλώντας οικονομικές ανισότητες και βεβαίως περιορίζουν ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες προκαλώντας κοινωνικές ανισότητες.
3) Ποιες είναι οι ανοιχτές και ποιες οι κλειστές κοινωνίες; Μπορείτε να φέρετε παραδείγματα;
Οι κλειστές κοινωνίες είναι οι δογματικές (Εκλεκτοί λαοί, φυλές, τάξεις), θρησκόληπτες, αυτές που διέπονται από στερεότυπα, μαγικά ταμπού, υπερφυσικές δυναμεις, θεωρίες συνωμοσίας.
Οι ανοιχτές κοινωνίες είναι οι κοινωνίες της γνώσης, όπου η πρόοδος προκύπτει από την αμφιβολία/αμφισβήτηση, η επιστήμη ανθεί, ο σεβασμός στην αντίθετη άποψη και στη διαφορετικότητα είναι κυρίαρχος.
Η ανοιχτή κοινωνία είναι η πίστη στον άνθρωπο και τις δυνατότητές του και συγκρούεται με την αυθεντία και την προκατάληψη, οι οποίες περιορίζουν τη γνώση, τη σημαντικότερη εξουσία του 21ου αιώνα.
4) Συζητάμε για ιδεολογική σύγκρουση με τα κλειστά πολιτικά και οικονομικά συστήματα. Ποια είναι αυτά;
Τα κλειστά συστήματα είναι αυτά που κρατούν όμηρο τη χώρα μας από συστάσεως ελληνικού κράτους και αυτά που ευθύνονται για τις αλεπάλληλες χρεοκοπίες και οικονομικές εξαρτήσεις από ξένες δυνάμεις. Τα συναντάμε παντού, από το κοινοβούλιο που είναι και η πολιτική ατμομηχανή της χώρας με τις διακρίσεις πολιτικών / πολιτών, τα κλειστά πανεπιστήμια, το σύνταγμα και τον εκλογικό νόμο, το κλειστό σύστημα των τραπεζών, τα κλειστά οικονομικά συστήματα που λυμαίνονται την υγεία, την δικαιοσύνη, τη δημόσια διοίκηση & την τοπική αυτοδιοίκηση και ούτω καθεξής.
Το άνοιγμα αυτών των κλειστών συστημάτων μπορεί να δημιουργήσει όλες εκείνες τις προϋποθέσεις επανένταξης των πολιτών που σήμερα ζουν στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο, να δώσει βάθος και ποιότητα στη συμμετοχή, τη δημοκρατία, την ισότητα, την ελευθερία.
Καταληκτικά, όλοι γνωρίζουμε πως το σύνορο μεταξύ συντηρητισμού-προοδευτισμού ορίζεται από έννοιες όπως η διαφορετικότητα, η ισότητα, το έθνος, η θρησκεία, η αγορά, η μετανάστευση, ο έλεγχος, η ελευθερία, η δημοκρατία. Εκεί καθείς τοποθετείται, μετριέται, αυτοπροσδιορίζεται ιδεολογικά. Μονάχα που ο άξονας αριστερά/δεξιά αδυνατεί να κάνει πλέον με σαφή τρόπο αυτόν τον διαχωρισμό. Αποτέλεσμα αυτού ο πολυκομματισμός, ο κατακερματισμός, η αποϊδεολογικοποίηση, οι παραφύσιν πολιτικές συμμαχίες, με πιθανή τελική κατάληξη τις πολλαπλές συγκρούσεις που φέρουν τον διχασμό σε κάθε πτυχή της κοινωνίας.
Στην Ελλάδα, η συντηρητική παράταξη προσπαθεί να καταλάβει με βερμπαλισμούς τον προοδευτικό χώρο, ενώ, λίγους μήνες πριν, μόλις το 1/4 των βουλευτών της ψήφισε το αυτονόητο σύμφωνο συμβίωσης. Αν δε, κοιτάξουμε προς τη βάση του κόμματος, το ποσοστό μειώνεται στο 1/40. Εκεί θα συναντήσουμε τον άκρατο εθνικισμό, την εχθρότητα προς τον μετανάστη, την εξύμνηση του κέρδους με όποιο κόστος.
Αντίστοιχα, ο υποτιθέμενος προοδευτικός ΣΥΡΙΖΑ συμπορεύεται με την ακροδεξιά, αναπαράγει τα κλειστά συστήματα αλλάζοντας μονάχα το κομματικό πρόσημο, αποδομεί τη διαγενεακή αλληλεγγύη υπηρετώντας τις κοινωνικές συγκρούσεις, ανάγει τον κρατισμό σε προνομιακό πεδίο για κάποιους πολίτες, υπερφορολογεί την ασθενή επιχειρηματικότητα, συντηρεί τον πελατειασμό κομματικών φίλων και συγγενών, καταχράται την εξουσία με κάθε τρόπο.
Παράλληλα, στο διεθνές στερέωμα, διατυπώνονται ξανά τα μεγάλα ιστορικού χαρακτήρα πολιτικά διλήμματα που θα προσδιορίσουν τις εθνικές επιλογές και στρατηγικές. Αυτά τα διλήμματα δεν περιστρέφονται πια αποκλειστικά γύρω από τις “διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις” και τις οικονομικές προσαρμογές, συζήτηση που είχε δεσπόσει τα προηγούμενα χρόνια ως το βασικό επίδικο των πολιτικών και ιδεολογικών αντιθέσεων στην Ευρώπη. Η συνέχιση της παγκοσμιοποίησης, η ανάδυση νέων οικονομιών, οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, η εμφάνιση των νέων άκρων, ο λαϊκισμός, η προσφυγική κρίση και ο ολοκληρωτισμός του ISIS είναι στοιχεία ενός πλέγματος νέων κινδύνων και ευκαιριών που επαναφέρουν την Δημοκρατία ως το κεντρικό ζήτημα του πολιτικής και ιδεολογικής σύγκρουσης.
Σήμερα, καλούμαστε να πείσουμε την πλειοψηφία των δημοκρατικών και προοδευτικών πολιτών ότι υπάρχουν επιλογές μακριά από τον αγανακτισμένο ριζοσπαστισμό και την τυραννία του «κλειστού». Πρέπει να συγκρουστούμε με αυτό. Να αλλάξουμε τον συσχετισμό των ιδεών από το κλειστό στο ανοιχτό, από τον εθνικισμό στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, από την εσωστρέφεια στην εξωστρέφεια, από τον ασφυκτικό έλεγχο των θεσμών από πολιτικά/κομματικά συμφέροντα στην ποιοτική δημοκρατία, από τις “θεσμισμένες” ανισότητες στην ισότητα των ευκαιριών, από τις κρυφές εξυπηρετήσεις και τις νομοθετικές διαδικασίες της τελευταίας στιγμής στα ανοιχτά δεδομένα, την διαφάνεια και την κοινωνική διαβούλευση. Αυτός είναι ο τρόπος για να αντιμετωπιστεί το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα: πώς θα βγουν εκατομμύρια πολίτες από τις σκιές. Όλοι εκείνοι που αποχωρούν από τις εκλογικές διαδικασίες, που δεν συμμετέχουν στην συλλογική λήψη αποφάσεων, που είναι εκτός εργασιακού και παραγωγικού χάρτη, που ιδιωτεύουν παραιτημένοι από κάθε συλλογική προσπάθεια.
Χρειαζόμαστε τον προοδευτικό ριζοσπαστισμό και την ενέργεια μίας μεγάλης κινητοποίησης των πολιτών που θα γκρεμίσει όλα τα θεσμικά και πολιτικά τείχη που κρατούν την χώρα απομονωμένη από την διεθνή οικονομία και τους πιο αδύναμους πολίτες μακριά από εργασία, την παραγωγή και την λήψη αποφάσεων.
Να σπάσουμε τον «ναυτικό αποκλεισμό» της χώρας από την πολιτική συμπαιγνία του «κλειστού» και των θεσμισμένων ανισοτήτων. Να συγκρουστούμε με όλα τα συστήματα ανισότητας και εμποδίων που αναδιανέμουν κίνητρα, πόρους και ευκαιρίες στους καλά προστατευμένους και στους πολιτικά ισχυρούς.
Η ανοιχτή Ελλάδα που αποσπά από την παγκόσμια οικονομία αυτό που πραγματικά μπορεί, που μετατρέπει τις ευρωπαϊκές κρίσεις σε ευκαιρία για να γίνει κρίσιμο μέρος της ευρ. ολοκλήρωσης, που γίνεται υπόδειγμα δημοκρατίας και σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή και βγάζει τους πολίτες της από τις σκιές της δημόσιας σφαίρας είναι το νέο “αφήγημα” που έχει αξία να συζητηθεί. Σ΄αυτό το πλαίσιο, η ίδια η συζήτηση για τις μεταρρυθμίσεις και τις προσαρμογές θα αποκτήσει πραγματική κοινωνική αναφορά, υποκαθιστώντας το “ακοινώνητο” τεχνοπολιτικό λεξιλόγιο ή τις παραλυτικές ερμηνείες περί εξωτερικής επιβολής. Τότε θα γίνει ακόμα πιο καθαρό ότι πέρα από την δραχμική Ελλάδα της απομόνωσης ή την ευρωπαϊκή Ελλάδα της μόνιμης καθυστέρησης, υπάρχει και η ευρωπαϊκή Ελλάδα της δημοκρατίας και της ευημερίας.