Πρώτη Φορά Τόσο Απελπιστικά Μόνοι
Σε μια φυσιολογική δημοκρατία της ανεπτυγμένης Δύσης του 21ου αιώνα η εικόνα ενός υπουργού Άμυνας να προσέρχεται στο Υπουργείο του με στολή παραλλαγής και στη συνέχεια να φωτογραφίζεται σαν σε καρτ ποστάλ με δύστυχους οπλίτες στη διάρκεια στρατιωτικής άσκησης με σκοπό την τρομοκράτηση των προκλητικών γειτόνων του, θα προκαλούσε στην καλύτερη περίπτωση χλεύη. Φαντάζομαι ότι οι μπαρουτοκαπνισμένοι Τούρκοι επιτελείς κάπως έτσι αντέδρασαν με το νέο σόου του Πάνου Καμμένου. Ειδικά, αφότου η κυβέρνηση του ίδιου υπουργού λίγες ημέρες πριν έχει παραχωρήσει δια της υπογραφής της τον κοινό έλεγχο του Αιγαίου στην Τουρκία, την ίδια στιγμή που ανέχεται Σκοπιανούς αστυνομικούς να επιχειρούν ανενόχλητοι σε ελληνικό έδαφος.
Αλλά είπαμε, στην Ελλάδα, όπου σταδιακά διαμορφώνεται ένα εθνολαϊκιστικό υβρίδιο που σε επίπεδο πολιτικών αντιλήψεων προσομοιάζει περισσότερο σε ένα μεταμοντέρνο ελληνικό μετεμφυλιακό κράτος τέτοιες κινήσεις τείνουν να εξελιχθούν σε κανονικότητα.
Αν αναρωτηθεί κάποιος ποια είναι σήμερα η θέση της Ελλάδας στο διεθνές στερέωμα, ποια τα διεθνή ερείσματά της και ποιες οι στρατηγικές συμμαχίες της θα δυσκολευτεί να βρει ιστορική περίοδο μεγαλύτερης απομόνωσης από την σημερινή. Ας βάλουμε ως ιστορικό ορόσημο την περίοδο που σχηματοποιήθηκε το ελληνικό κράτος στην σημερινή του μορφή.
Η Ελλάδα του Βενιζέλου διπλασιάστηκε σε μέγεθος με τους βαλκανικούς πολέμους και έζησε για λίγο τη Μεγάλη Ιδέα εκτεινόμενη σε “δύο ηπείρους και 5 θάλασσες” χάρις στην αριστοτεχνική διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής και των συμμαχιών της.
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Ελλάδα στοιχήθηκε στο πλευρό των νικητών διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των πολεμικών επιχειρήσεων κατά του ναζισμού.
Μεταπολεμικά, η Ελλάδα τάχθηκε στο δυτικό στρατόπεδο. Προτεκτοράτο μεν αρχικά της Βρετανίας και μετά το ’47 των ΗΠΑ, η Ελλάδα είχε εξασφαλισμένη χρηματοδότηση από το σχέδιο Μάρσαλ και εγγυητή της εξωτερικής της ασφάλειας την υπερδύναμη, αποτελώντας ένα αντικομμουνιστικό προκεχωρημένο φυλάκιο.
Παράλληλα, το 1961 η υπογραφή της Συμφωνίας Σύνδεσης Ελλάδας — ΕΟΚ , με τις ευλογίες των Αμερικανών αποτέλεσε το πρώτο βήμα στην πορεία της Ελλάδας για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, πορεία που «πάγωσε» με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα και επανενεργοποιήθηκε μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Μετά τη χούντα και ιδίως τη δεκαετία του ’80 η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας έγινε πιο πλουραλιστική. Η σχέση με τις ΗΠΑ παρέμεινε αλλά βασικά της στοιχεία αναθεωρήθηκαν κυρίως με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ενώ η Ελλάδα εντάχθηκε στην ΕΟΚ, διαδραματίζοντας κρίσιμο ρόλο στην αντιμετώπιση των εσωτερικών ανισορροπιών της. Παράλληλα η ελληνική εξωτερική πολιτική αναζήτησε συμμαχίες τόσο στα κομμουνιστικά γειτονικά κράτη (Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία) όσο και στον αραβόφωνο κόσμο και το Κίνημα των Αδεσμεύτων (Συρία, Αίγυπτος, κλπ), παίρνοντας σημαντικές διεθνείς πρωτοβουλίες (Πρωτοβουλία των 6 για την Ειρήνη).
Στην ελληνοτουρκική κρίση του Σισμίκ το 1987 δοκιμάστηκε το άνοιγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Διμερείς συμφωνίες αμοιβαίας άμυνας με τη Βουλγαρία του Ζίφκοφ και τη Συρία του Ασάντ, στενές σχέσεις με τους Κούρδους σε συνδυασμό με το άγχος των Αμερικάνων και των Ευρωπαίων για τη διατήρηση της σταθερότητας του νοτιοανατολικού σκέλους του ΝΑΤΟ ήταν τα στοιχεία που υποχρέωσαν τους Τούρκους σε άτακτη υποχώρηση. Η στρατηγική ιδιοφυΐα του Ανδρέα Παπανδρέου ξεπέρασε την στρατιωτική υπεροπλία των Τούρκων αποδεικνύοντας στην πράξη την αξία της πολύπλευρης εξωτερικής πολιτικής.
Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και η παρακμή του κινήματος των Αδεσμεύτων και των 77, αναγκαία περιόρισε τις διεθνείς επιλογές της Ελλάδος. Η σταθερά της πλέον περιορίστηκε στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, όπου και πέτυχε σημαντικά πράγματα με κυριότερα ορόσημα την ένταξή της στην ΟΝΕ, την είσοδο της Κύπρου στην Ε.Ε. και την εξασφάλιση σημαντικών αναπτυξιακών χρηματοδοτικών κεφαλαίων. Ταυτόχρονα, εγγυητής της εξωτερικής μας ασφάλειας και σταθερότητας παρέμεναν οι ΗΠΑ (κρίση Ιμίων).
Σήμερα, μετά από 7 χρόνια ύφεσης, λιτότητας και πολιτικής αστάθειας ποια είναι αλήθεια η διεθνής θέση της Ελλάδας;
Στη βαλκανική γειτονιά, είναι η πρώτη φορά που οι σχέσεις με όλους του γείτονές μας είναι προβληματικές. Τα Σκόπια είδαν το ρόλο τους να αναβαθμίζεται χάρις στο προσφυγικό, αποτελώντας πλέον τον κυματοθραύστη των προσφυγικών/μεταναστευτικών ροών προς την υπόλοιπη Ευρώπη. Οι Σκοπιανοί προκαλούν και ταυτόχρονα προωθούν την αλυτρωτική τους ατζέντα. Οι σχέσεις μας με την Βουλγαρική Κυβέρνηση είναι παγωμένες και αμοιβαία επιφυλακτικές, τόσο λόγω της οικονομικής κρίσης όσο και του προσφυγικού. Ακόμα και με την Αλβανία του φιλέλληνα Έντι Ράμα, του μόνιμου θαμώνα στα συνέδρια του ΠΑΣΟΚ για όσους έχουν γερή μνήμη, έχει φθαρεί από τις μαγκιές των ακροδεξιών του Σαμαρά με την ελληνική μειονότητα της Αλβανίας.
Η σχέση μας με την Τουρκία χαρακτηρίζεται από μια ανησυχητικά κλιμακούμενη ένταση. Οι Τούρκοι με αναβαθμισμένο ρόλο απέναντι στην Ε.Ε. χάρις στο προσφυγικό, με τη διεθνή νομολογία να γίνεται πιο φιλική με τις πάγιες θέσεις της ως προς την υφαλοκρηπίδα, συνεχίζουν να δημιουργούν επεισόδια προκειμένου να θεμελιώσουν τις απαιτήσεις τους ως προς τις γκρίζες ζώνες, τον ελληνικό εναέριο χώρο, την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και το Κυπριακό. De facto έχουν πλέον ακυρώσει την ελληνική θέση ότι η μοναδική ελληνοτουρκική νομική διαφορά είναι το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας, γεγονός που αποτυπώθηκε και στη φοβική υπαναχώρησή μας από την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τα ζητήματα αυτά.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το γεγονός ότι είμαστε η μοναδική χώρα της για την οποία συνυπεύθυνες για την κρίση υπήρξαν οι λογιστικές απάτες στα δημοσιονομικά μας, η παντελής άγνοια του συσχετισμού ισχύος μεταξύ των κρατών μελών και της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας από την κυβέρνηση Συριζανέλ και η απροθυμία μας να τηρήσουμε τα όσα έχουμε υπογράψει μας έχουν οδηγήσει στην πλήρη ανυποληψία. Η συμμαχία του ευρωπαϊκού Νότου αποτελεί μια θλιβερή ανάμνηση ενώ η καταστροφική πολιτική διαπραγμάτευσης του Βαρουφάκη έριξε άθελά του (;) νερό στο μύλο των διαλυτικών σεναρίων των πλέον συντηρητικών δυνάμεων της Ευρώπης με επικεφαλής τον Σόιμπλε, που επιθυμούν μια μικρότερη νομισματική Ένωση του ευρωπαϊκού βορρά και κάποιων από τις μετακομμουνιστικές χώρες της ανατολικής Ευρώπης.
Τι μένει;
α) Μια προσωρινή και ευάλωτη λυκοφιλία με τους Σοσιαλδημοκράτες του ευρωπαϊκού Νότου και τον Σουλτς που καταλαβαίνουν ότι συνδυασμός Brexit και Grexit φέρνει πιο κοντά την αποδόμηση της Ε.Ε. και την υλοποίηση των σχεδίων των υπερσυντηρητικών Βορείων και των σοσιαλιστών συνοδοιπόρων τους για μια Ευρώπη ακόμα περισσότερων ταχυτήτων και μεγαλύτερων ανισορροπιών.
β) Την (ηθική κυρίως) στήριξη των ΗΠΑ στην Ελλάδα στην οποία βρήκαν την επιβεβαίωση της θέσης τους ότι η ευρωπαϊκή συνταγή της λιτότητας είναι προβληματική σε αντίθεση με το αμερικανικό μοντέλο της ποσοτικής χαλάρωσης και της αύξησης ρευστότητας. Μία στήριξη όμως που περιορίζεται σε επίπεδο διακηρύξεων καθώς οι πιέσεις του αμερικανικού εκλογικού σώματος επέβαλαν στην αμερικανική ηγεσία την στρατιωτική αναδίπλωση των ΗΠΑ και τον επαναπροσδιορισμό του διεθνούς τους ρόλου με στόχο τον περιορισμό του πολιτικού κόστους.
γ) Την σύσφιγξη των στρατιωτικών, οικονομικών και διπλωματικών σχέσεων με το Ισραήλ που πέρα από κάποιες κοινές στρατιωτικές ασκήσεις μέχρι σήμερα δεν έχουν να επιδείξουν τίποτε παρά μόνο διακηρύξεις που συνέβαλαν στην αύξηση της ψυχρότητάς μας με τον αραβικό κόσμο.
Ίσως είναι η πρώτη φορά που η διεθνής θέση μας είναι τόσο προβληματική και δυσοίωνη. Απομονωμένη και ανυπόληπτη η Ελλάδα κλείνεται στο καβούκι της. Απομακρύνεται από τα διεθνή κέντρα αποφάσεων. Και το χειρότερο είναι ότι η λογική της πτωχής πλην τίμιας Ψωροκώσταινας φαίνεται να επικρατεί στο εσωτερικό της χώρας έναντι του οράματος μιας Ελλάδας ανοιχτής και κοσμοπολίτικης, ισχυρού κράτους-μέλους της Ε.Ε. και περιφερειακού διπλωματικού παίκτη στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο.