Το ιταλικό δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου 2016 και οι πιθανές συνέπειές του για το μέλλον της ενωμένης Ευρώπης

Dimitris Stam Aganidis
epikairo blog
Published in
6 min readNov 23, 2016

Μετά τις αμερικανικές εκλογές που ανέδειξαν νικητή τον ρεπουμπλικάνο υποψήφιο Ντόναλντ Τραμπ, το ενδιαφέρον των αναλυτών και της διεθνούς κοινής γνώμης στρέφεται προς το ιταλικό δημοψήφισμα.

Παρά το γεγονός ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό για ολόκληρη την Ευρώπη, για μια σειρά από λόγους που θα δούμε πιο κάτω, δεν είναι γνωστό σε ποιο ακριβώς ερώτημα καλείται να απαντήσει ο ιταλικός λαός και με ποιο τρόπο η ετυμηγορία του μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις στην γηραιά ήπειρο.

Συγκέντρωσα λοιπόν τα πέντε βασικότερα ερωτήματα και επιχείρησα να δώσω κάποιες σαφείς απαντήσεις, ώστε ο αναγνώστης να διαμορφώσει μια σφαιρική άποψη για τις θεσμικές αλλαγές αλλά και τις πολιτικές εξελίξεις που μπορεί να προκαλέσει το αποτέλεσμα του συνταγματικού δημοψηφίσματος που θα διεξαχθεί στην Ιταλία την Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016.

1. Ποιο είναι το ερώτημα του δημοψηφίσματος;

Το ερώτημα που καλούνται να απαντήσουν στις κάλπες με ΝΑΙ ή ΟΧΙ οι φίλοι μας οι Ιταλοί είναι αν θα τεθεί σε ισχύ ή όχι η αναθεώρηση του συντάγματος που σχεδίασε η κυβέρνηση του Ματέο Ρέντσι και πιο συγκεκριμένα η υπουργός εσωτερικών Μαρία-Έλενα Μπόσκι.

Ο νόμος για την αναθεώρηση του συντάγματος ψηφίστηκε τον Απρίλιο από την βουλή των αντιπροσώπων και τη γερουσία, με πλειοψηφία μικρότερη των 3/4 και συνεπώς σύμφωνα με το ιταλικό σύνταγμα, επειδή δεν συγκεντρώθηκε η απαιτούμενη αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, την τελευταία λέξη για την επικύρωση ή όχι της συνταγματική αναθεώρησης θα πρέπει να την πει ο ιταλικός λαός με δημοψήφισμα.

Σε αντίθεση με τις άλλες κατηγορίες δημοψηφισμάτων που προβλέπονται από το ιταλικό σύνταγμα, το συνταγματικό δημοψήφισμα δεν χρειάζεται ένα μίνιμουμ συμμετοχής του εκλογικού σώματος για την εγκυρότητα του αποτελέσματος. Ανεξάρτητα λοιπόν από το ποσοστό του εκλογικού σώματος που θα προσέλθει στις κάλπες το όποιο αποτέλεσμα θα θεωρηθεί αμέσως έγκυρο.

2. Τι προβλέπει η προτεινόμενη συνταγματική μεταρρύθμιση;

Αναφέρω παρακάτω τις πέντε πιο σημαντικές αλλαγές που περιέχει ο νόμος της συνταγματικής μεταρρύθμισης, όπως διατυπώνονται στο ερώτημα του δημοψηφίσματος:

α) Κατάργηση του ισχύοντος συστήματος της απόλυτης ισότητας μεταξύ των δύο νομοθετικών σωμάτων (Bicameralismo paritario), δηλαδή της βουλής των αντιπροσώπων και της γερουσίας που συναποτελούν το ιταλικό κοινοβούλιο. Με το ισχύον σύστημα ένας νόμος για να τεθεί σε ισχύ πρέπει να εγκριθεί τόσο από τη βουλή των αντιπροσώπων όσο και από την γερουσία.

Αν περάσει η συνταγματική μεταρρύθμιση, η βουλή των αντιπροσώπων θα αποτελεί πλέον το κατεξοχήν νομοθετικό σώμα και θα έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα παροχής ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, ενώ η γερουσία θα περιοριστεί σε συμβουλευτικό ρόλο, διατηρώντας όμως κάποιες νομοθετικές αρμοδιότητες, κυρίως σε νομοσχέδια που αφορούν θεσμικά και εθνικά θέματα.

β) Μείωση του αριθμού των γερουσιαστών

Σήμερα ο αριθμός των γερουσιαστών είναι 315 και εκλέγονται με άμεση και καθολική ψηφοφορία από τους Ιταλούς πολίτες που έχουν συμπληρώσει το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους. Οι 6 από τους 315 γερουσιαστές εκλέγονται από την εκλογική περιφέρεια κατοίκων εξωτερικού.

Αν στο δημοψήφισμα υπερισχύσει το ΝΑΙ ο αριθμός των γερουσιαστών θα μειωθεί στους 100 και δεν θα εκλέγονται πλέον άμεσα από τον λαό, αφού η γερουσία θα αποτελείται στο εξής από τους εν ενεργεία δημάρχους και κάποιους εντεταλμένους για αυτό τον σκοπό περιφερειακούς συμβούλους.

γ) Κατάργηση του Εθνικού Συμβουλίου Οικονομίας και Εργασίας (Cnel). Σύμφωνα με το άρθρο 99 του ιταλικού συντάγματος, το Cnel αποτελεί συμβουλευτικό όργανο του κοινοβουλίου σε θέματα οικονομίας, εργασίας και κοινωνικής ασφάλισης. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του μπορεί να προτείνει νόμους και να συμμετέχει στη νομοπαρασκευαστική διαδικασία. Στο Cnel συμμετέχουν εκπρόσωποι του επιχειρηματικού, του συνδικαλιστικού και του λοιπού παραγωγικού κόσμου της χώρας και αποτελεί ένα μέσο συμμετοχής των κοινωνικών φορέων στη διαμόρφωση των πολιτικών στους τομείς της εργασίας, της παραγωγής και της οικονομίας.

δ) Μείωση του κόστους χρηματοδότησης των θεσμών του κράτους

Η περικοπή των δαπανών θα προκύψει κυρίως από την μείωση του κόστους λειτουργίας της γερουσίας (οι γερουσιαστές δεν θα λαμβάνουν πλέον μηνιαία αποζημίωση για αυτά τα καθήκοντά τους) και τη μείωση της κρατικής χρηματοδότησης προς τις περιφέρειες.

ε) Αναθεώρηση του πέμπτου κεφαλαίου του δεύτερου μέρους του συντάγματος, που αφορά στην οργάνωση και τη λειτουργία των θεσμών της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η βασικότερη αλλαγή εδώ είναι ο περιορισμός της συναρμοδιότητας που διαθέτουν σήμερα οι περιφέρειες στη νομοθέτηση σε μια σειρά από τομείς όπως οι μεταφορές, η ενέργεια, η πολιτική προστασία, η διαχείριση των πολιτιστικών αγαθών και οι υποδομές.

Με την προτεινόμενη συνταγματική μεταρρύθμιση το κεντρικό κράτος αφαιρεί στην ουσία αρμοδιότητες από την τοπική αυτοδιοίκηση και αποκτά την αποκλειστική νομοθετική αρμοδιότητα, αφήνοντας στις περιφέρειες κάποιες “ψαλιδισμένες” αρμοδιότητες που αφορούν εκπαιδευτικά ζητήματα, την πρόληψη της υγείας, την ασφάλεια των τροφίμων και τη λειτουργία των κοινωνικών δομών.

3. Τι επιδιώκει η κυβέρνηση Ρέντσι με την συνταγματική μεταρρύθμιση;

Η βασική επιδίωξη της κυβέρνησης Ρέντσι είναι η άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας να καταστεί πιο γρήγορη και ευέλικτη και άρα πιο αποτελεσματική. Το σύστημα των δύο ισότιμων νομοθετικών σωμάτων και οι αυξημένες αρμοδιότητες των περιφερειών αποτελούν δύο πολύ σημαντικούς παράγοντες που καθιστούν τη διακυβέρνηση της χώρας αρκετά σύνθετη και δυσκίνητη.

Ο περιορισμός αρμοδιοτήτων της γερουσίας και των περιφερειών αποτελεί μια ξεκάθαρη επιλογή για αυξημένες εκτελεστικές αρμοδιότητες της κυβέρνησης με στόχο την πιο ταχεία και ευέλικτη διακυβέρνηση της χώρας. Είναι σαφές ότι με αυτό τον τρόπο ο Ρέντσι προσβλέπει στην επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων στην οικονομία και στην αγορά εργασίας, που θα καταστήσουν μια από τις πιο ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου (η οποία αντιμετωπίζει ως γνωστόν σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα) ακόμα πιο ανταγωνιστική στο διεθνές περιβάλλον, σε μια περίοδο που το έχει περισσότερη ανάγκη από ποτέ.

4. Πώς τοποθετούνται οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας;

Υπέρ του ΝΑΙ καλούν τους ψηφοφόρους το Δημοκρατικό Κόμμα (PD) του Ρέντσι, ένα μέρος της κεντροδεξιάς που έχει προκύψει από την διάσπαση της Forza Italia του Μπερλουσκόνι, καθώς και άλλα μικρότερα κόμματα του κέντρου και της κεντροδεξιάς. Αντίθετα υπέρ του ΟΧΙ έχει ταχθεί ένα μέρος της Forza Italia, τα περισσότερα κόμματα της Αριστεράς (αν και κάποια από αυτά στηρίζουν την κυβέρνηση Ρέντσι), η ξενοφοβική Λίγκα του Βορρά και βέβαια το κόμμα των 5 Αστέρων του “αντισυστημικού” Μπέπε Γκρίλο που αυτή τη στιγμή βρίσκεται μπροστά σε όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης.

Oι υπέρμαχοι του ΟΧΙ καταλογίζουν στον Ρέντσι ότι με την συνταγματική αναθεώρηση επιδιώκει υπερσυγκέντρωση εξουσιών και μείωση της επιρροής των κοινωνικών φορέων ώστε να περάσει πιο εύκολα τα επερχόμενα σκληρά μέτρα και τη “νεοφιλελεύθερη” ατζέντα των μεταρρυθμίσεών του.

Η κριτική προς τον Ρέντσι έγινε ακόμα πιο έντονη, όταν ο εκλογικός νόμος με τον οποίο προέκυψε το σημερινό κοινοβούλιο κηρύχθηκε στο μεταξύ αντισυνταγματικός από την ιταλική δικαιοσύνη, και σύμφωνα με τους υποστηρικτές του ΟΧΙ, αυτό το κοινοβούλιο δεν διαθέτει την πολιτική νομιμοποίηση να προχωρήσει σε μια τόσο εκτεταμένη συνταγματική αναθεώρηση.

Τέλος, για να έχουμε πληρέστερη εικόνα της παραδοσιακά περίπλοκης ιταλικής πολιτικής σκηνής, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ομολογουμένως χαρισματικός Ρέντσι δεν έχει αναδειχθεί στην πρωθυπουργία μέσα από εκλογές, αλλά διαδέχθηκε (“ανέτρεψε” κινούμενος με παρασκηνιακή μαεστρία, κατά την άποψη των επικριτών του) τον Ενρίκο Λέτα, ο οποίος είχε καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση μεγάλης συμμαχίας μετά το αρχικό αδιέξοδο που προέκυψε από τις εκλογές του 2013. Σε εκείνες τις εκλογές το Δημοκρατικό Κόμμα (του οποίου τότε ο Λέτα ήταν αναπληρωτής γραμματέας) είχε επικρατήσει οριακά της Forza Italia του Μπερλουσκόνι, αλλά δεν κατάφερε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση με αποτέλεσμα την παραίτηση του νικητή των εκλογών Πιερλουίτζι Μπερσάνι από την ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος.

5. Γιατί το δημοψήφισμα θεωρείται σημαντικό για το μέλλον ολόκληρης της Ευρώπης;

Με το ΟΧΙ να προηγείται στις δημοσκοπήσεις και τη συνεχόμενη ανοδική πορεία του λαϊκιστικού κόμματος των 5 Αστέρων που ίδρυσε ο σατιρικός ηθοποιός Μπέπε Γκρίλο, αν η συνταγματική μεταρρύθμιση του Ρέντσι δεν καταφέρει να αποσπάσει την λαϊκή συναίνεση, τότε θεωρείται πολύ πιθανό να έχουμε πτώση της κυβέρνησης και προκήρυξη εκλογών μέσα στους πρώτους μήνες του επόμενου έτους.

Αν οι μετρήσεις των δημοσκόπων αποδειχθούν σωστές και τις επόμενες εκλογές κερδίσει το κόμμα των 5 Αστέρων, τότε κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει μια ρήξη με την Ευρώπη καθώς ο Γκρίλο έχει ταχθεί ανοιχτά υπέρ της επιστροφής στο εθνικό νόμισμα.

Η εμπειρία των τελευταίων ετών μας διδάσκει ότι οι προεκλογικές απειλές σπανίως πραγματοποιούνται, όμως μια κυβέρνηση του κόμματος των 5 Αστέρων, με σύμμαχο για παράδειγμα τη Λίγκα του Βορρά, δεν θα είναι εύκολο να βρει κοινή γλώσσα συνεννόησης με Βρυξέλλες και Βερολίνο και δεν αποκλείεται να δημιουργηθεί μια αβέβαιη κατάσταση της οποίας την εξέλιξη κανείς δεν είναι σε θέση να προβλέψει από τώρα. Αυτό που θεωρείται σχεδόν βέβαιο όμως είναι ότι ένα ενδεχόμενο ρήξης της γειτονικής μας χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα έχει αποσταθεροποιητικές συνέπειες για ολόκληρη την Ευρώπη.

Γιατί πέραν του ότι η Ιταλία είναι πολύ μεγάλη για να «πέσει», όπως συνηθίζουν να λένε οι οικονομικοί αναλυτές, θα επηρεάσει αναπόφευκτα και τα αποτελέσματα των εκλογών σε Γαλλία και Γερμανία και θα προκαλέσει σοβαρές αναταράξεις στο ήδη δοκιμαζόμενο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

--

--