Η ΝΔ ήθελε πάντα ένα αποδυναμωμένο ΕΣΥ — δεν θα αλλάξει τώρα

talws
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗΣ
12 min readApr 8, 2020
Πηγή: Newpost

Η πανδημία του κορωνοϊού ανέδειξε νέους υπέρμαχους του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Ο πρωθυπουργός π.χ. ζήτησε από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας να στηρίξουν το δημόσιο σύστημα υγείας με το 50% του μισθού τους, την ίδια ώρα που η σύζυγός του καλούσε στα μπαλκόνια για να χειροκροτηθούν οι εργάτες του. Μέχρι και ο ακραιφνής νεοφιλελεύθερος Στέφανος Μάνος άρχισε να αναρωτιέται μήπως είναι άδικη η απαξίωση του δημοσίου, που υπήρξε μέχρι σήμερα κεντρικό στοιχείο στο προσωπικό του πολιτικό στίγμα. Ο Νικήτας Κακλαμάνης ήταν ακόμα επιθετικότερος:

“Όλοι αυτοί, τα νεοφιλελεύθερα “παπαγαλάκια” που έγραφαν τόσα χρόνια σχετικά με το Δημόσιο σύστημα Υγείας, ελπίζω όταν θα ξεπεραστεί αυτή η κρίση να μην ξαναπιάσουν τη πένα τους για να γράψουν τα ίδια. Αν δεν υπήρχε το Εθνικό Σύστημα Υγείας , με τα προβλήματα του, αλλά με τους ήρωες γιατρούς, νοσηλευτές και εργαζόμενους, δεν ξέρω αν θα μιλάγαμε σήμερα”.

Η επέλαση του λοιμού αναδεικνύει και στον τυφλότερο αντικρατιστή τα κρίσιμα για την κοινωνία πλεονεκτήματα ενός δημοσίου συστήματος υγείας, αλλά παρά τις φραστικές εξυμνήσεις της συμβολής του, η κυβέρνηση μέχρι τώρα δεν έχει προκηρύξει μέσα στον Μάρτιο καμία νέα μόνιμη θέση ιατρών ή νοσηλευτών. Αντίθετα έσπευσε αντί να επιτάξει, να νοικιάσει κρεβάτια εντατικής από τον ιδιωτικό τομέα σε νέα, διπλάσια τιμή από την μέχρι σήμερα ισχύουσα και να δώσει 30 εκατομμύρια €, προς αποζημίωση ιδιωτικών θεραπευτηρίων — κλινικών και ιδιωτών — για την πραγματοποίηση κλινικού και εργαστηριακού ελέγχου για τον ιό. Γιατροί και νοσηλευτές, το προσωπικό του ΕΣΥ, διαμαρτύρεται για την ανεπάρκεια των ειδών υγειονομικής τους προστασίας. Και αντιμετωπίζονται με ΜΑΤ.

Με βάση τις πρώτες αντιδράσεις της συνεπώς, η κυβέρνηση δεν μοιάζει πρόθυμη να χρησιμοποιήσει την κρίση της πανδημίας ως ευκαιρία, δεδομένης της συνεπακόλουθης Ευρωπαϊκής δημοσιονομικής χαλάρωσης, για να επιχειρήσει κάποια αναπλήρωση των τεράστιων κενών και ελλειμμάτων του δημόσιου συστήματος υγείας, ιδίως μετά τα τραγικά για το ΕΣΥ και τους εργαζόμενους σε αυτό, χρόνια των μνημονίων. Πρόκειται για έλλειψη αντανακλαστικών, για προσωρινή αδράνεια; Μάλλον όχι.

Η θέση της Νέας Δημοκρατίας παγίως από το 1983 που ιδρύθηκε το ΕΣΥ και μετά, ήταν η «αραίωση» του δημόσιου χαρακτήρα του συστήματος υγείας και η υποβοήθηση της ιδιωτικής διείσδυσης σε αυτό. Δεν πρόκειται για πρόσφατη εξέλιξη, αν και από την εποχή του Μνημονίου και της κυβέρνησης Σαμαρά, έχει ενταθεί. Είναι πάγιο ιδεολογικό χαρακτηριστικό της Νέας Δημοκρατίας, σε πολλαπλές εκδοχές, το οποίο ποτέ δεν έκρυψε. Παρά τον σημερινό συναγερμό και τις όποιες προσωρινές παραχωρήσεις στην αναγκαιότητα όπως θα διαμορφώνεται, η πιθανότερη έκβαση της διαχείρισης της σημερινής κρίσης, σε βάθος χρόνου, θα είναι μάλλον συνεπής με τις προεκλογικές εξαγγελίες του κυβερνώντος κόμματος. Η Νέα Δημοκρατία είναι κατά της αμιγώς δημόσιας υγείας, θέλει τους ιδιώτες πυλώνα του δημόσιου συστήματος υγείας — και ποτέ δεν το έχει κρύψει.

Γελοιογραφία του Γιάννη Ιωάννου στο περιοδικό ΑΝΤΙ, Σεπτέμβριος 1983

Είναι οξύμωρο πως το πρώτο σχέδιο ενός Εθνικού συστήματος Υγείας προήλθε μέσα από τον χώρο της Νέας Δημοκρατίας, από τον Σπύρο Δοξιάδη το 1978-1980 του οποίου το σχέδιο πολεμήθηκε λυσσαλέα και από έξω, αλλά κυρίως από μέσα από τη Νέα Δημοκρατία και δεν προχώρησε. Ήδη από τον ιδρυτικό νόμο του ΕΣΥ, τον 1397/1983 η Νέα Δημοκρατία βρέθηκε σε αντιπαράθεση με την πρόταση δημιουργίας ενός εθνικού συστήματος υγείας που, με όλες τις αντιφάσεις και τις ελλείψεις του, απετέλεσε τομή στα μέχρι τότε «φεουδαρχικά» δεδομένα της υγείας. Ο νόμος εκείνος στηρίχθηκε από τα κόμματα της αριστεράς και απετέλεσε σημείο σύγκλισης ενός παλλαϊκού κινήματος. Η ΝΔ του Ευάγγελου Αβέρωφ εκείνη την εποχή βρέθηκε στην πολιτική οπισθοφυλακή μιας άτυπης συμμαχίας μεταξύ του ιατρικού και του συνδικαλιστικού κατεστημένου των “ευγενών” ταμείων και η κριτική της στον νόμο ξεκινούσε από το «έχει ασάφειες» και κατέληγε στο ότι είναι ανελεύθερος και ολοκληρωτικός, “θα μας κάνει Κούβα” και “στερεί τη δυνατότητα επιλογής γιατρού”. Απειλούσε δε πως θα τον καταργούσε μόλις επανερχόταν στην εξουσία. Η εκπροσώπηση αυτών ακριβώς των μεσαίων και ανώτερων επαγγελματικών στρωμάτων σε κάθε χώρο, των εκάστοτε κατεστημένων ιδιωτικών και προσωπικών συμφερόντων, παρότι εξελίχθηκε σε πεδίο ανταγωνισμού μεταγενέστερα με το ΠΑΣΟΚ, αποτέλεσε σταθερά της πολιτικής αντίληψης και της κοινωνικής αναφοράς της ΝΔ. Άλλες σταθερές κατευθύνσεις πολιτικής του κόμματος μεταπολεμικά που αφορούν και στην υγεία, είναι η προώθηση της κρατικά χρηματοδοτούμενης ιδιωτικής κερδοφορίας, όπως και η αντίληψη του κοινωνικού κράτους σαν μηχανισμού πολιτικής πελατειακότητας.

Το ΕΣΥ δεν καταργήθηκε από την Νέα Δημοκρατία όταν επανήλθε στην κυβέρνηση, αλλά η “αντεπίθεση” του ιδιωτικού τομέα και η ενίσχυσή του σαν συνδιαχειριστή της δημόσιας υγείας επιχειρήθηκε από την κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1992–93, την πρώτη επιθετικά και ιδεολογικά νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της χώρας. Εκεί εισήχθη, μεταξύ άλλων, η πρόκριση της ελεύθερης επιλογής μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου συστήματος υγείας, άρα τύποις η δέσμευση μεν του κράτους να εγγυηθεί την πρόσβαση στην υγεία αλλά όχι αναγκαστικά να την παράσχει το ίδιο. Παράλληλα αναιρέθηκε η απαγόρευση που είχε εισαχθεί με τον ιδρυτικό νόμο του ΕΣΥ (1397/1983) για ίδρυση νέων ή επέκταση των τότε υφιστάμενων ιδιωτικών κλινικών, αλλά αυξήθηκε και η συμμετοχή των πολιτών στις δαπάνες υγείας. Η υγεία αντιμετωπίστηκε σαν ιδιωτικό αγαθό, ένα επίσης διαχρονικό ιδεολογικό χαρακτηριστικό του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας. Η κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου που ακολούθησε κατήργησε το μεγαλύτερο μέρος των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη, όχι όμως εν πολλοίς και τα ανοίγματα στον ιδιωτικό τομέα.

Είναι ενδεικτικό της ταχύτατης μετακύλισης του ΠΑΣΟΚ προς τα δεξιά την δεκαετία του 1990, αλλά και της επανάκαμψης της “λαϊκής δεξιάς” στην ΝΔ, πως το 2001, στο πρόγραμμά της για την υγεία, η ΝΔ έβγαινε από «αριστερά» στο ΠΑΣΟΚ. Το πρόγραμμα είχε δημοσιευθεί τότε και έχει αρχειοθετηθεί στο archive.org. Αναπαράγω εδώ την καταγγελία του ΠΑΣΟΚ επί νεοφιλελευθερισμώ, γιατί είναι ενδεικτικό της ευελιξίας στη ρητορική της Νέας Δημοκρατίας. (Ο Οργανισμός Διαχείρισης Πόρων Υγείας, ήταν ένα επί της ουσίας πρόδρομο και στενότερο σχήμα του ΕΟΠΥΥ, και η ΝΔ κατήγγειλε τότε ότι συστάθηκε σαν ΝΠΙΔ):

…η δημιουργία του Ο.ΔΙ.Π.Υ. ουδεμία σχέση έχει με το πάγιο αίτημα των Φορέων, δηλαδή τον «Ενιαίο Φορέα Υγείας» (ΕΦΥ). Η σύσταση δε, του Ο.ΔΙ.Π.Υ. ως Ν.Π.Ι.Δ. εκτός από τα νομικά προβλήματα που προκαλεί, είναι ενδεικτική της γενικότερης νεοφιλελεύθερης αντίληψης της Κυβέρνησης ακόμη και στον χώρο της Δημόσιας Υγείας. Κάτι που η Ν.Δ. απορρίπτει…

Με το που ανέλαβε η ΝΔ όμως το 2004, επέστρεψε δριμύτερη στο ιδεολογικό της μετερίζι με σημαία τις Συμπράξεις Ιδιωτικού και Δημοσίου Τομέα (ΣΔΙΤ) στην υγεία, που αποτέλεσε και αποτελεί μέχρι σήμερα τον (συγκεκαλυμμένο) μηχανισμό ανοίγματος του δημόσιου χαρακτήρα της παροχής υγείας στην ιδιωτική αγορά. Έτσι με τον νόμο 3389/2005, επί υπουργίας Νικήτα Κακλαμάνη, εισήχθησαν οι ΣΔΙΤ στο Ελληνικό Σύστημα Υγείας, αντιγράφοντας καθυστερημένα το, ήδη αποτυχημένο τότε, Βρετανικό μοντέλο ΣΔΙΤ.

Το 2006 σε ένα άρθρο του Ιού της Ελευθεροτυπίας για την εισαγωγή των ΣΔΙΤ στην υγεία, ο καθηγητής κοινωνικής ιατρικής του ΑΠΘ Αλέξης Μπένος επιχειρηματολογούσε για πιθανή ζημία στα δημόσια οικονομικά και την υπονόμευση της Δημόσιας Υγείας, με βάση την βρετανική εμπειρία:

[Οι ΣΔΙΤ] [κ]οστίζουν πολύ περισσότερο σε σχέση με τα παραδοσιακά προγράμματα δημόσιων επενδύσεων, δεσμεύοντας και μετακυλίοντας τεράστια οικονομικά βάρη στις επόμενες γενεές φορολογουμένων. Συνεπάγονται περικοπές υπηρεσιών, νοσοκομειακών κρεβατιών και προσωπικού με οικονομικά παρά με κλινικά κριτήρια επηρεάζοντας τελικά αρνητικά την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών των νέων νοσοκομειακών υποδομών. Στοχεύουν στην εκποίηση-κλοπή της δημόσιας περιουσίας των Εθνικών Συστημάτων Υγείας και χαρακτηρίζονται από πολλάκις διαπιστωμένα φαινόμενα διαφθοράς και αδιαφάνειας…

Οι ΣΔΙΤ εξαγγέλθησαν βέβαια αλλά δεν προχώρησαν επί της κυβέρνησης Καραμανλή, λόγω μάλλον της γενικότερης βραδύτητας στους δημόσιους διαγωνισμούς. Ελάχιστες προκηρύξεις ΣΔΙΤ δημοσιεύτηκαν και ο ένας διαγωνισμός για την ανέγερση του Παιδιατρικού Νοσοκομείου της Θεσσαλονικής αφού ολοκληρώθηκε μέσα στο 2009, πάγωσε με την αλλαγή κυβέρνησης τον Οκτώβριο και ακυρώθηκε το 2012 μεσούσης της οικονομικής κρίσης, για να επανέλθει, όπως θα δούμε, στο πρόγραμμα ΣΔΙΤ της νέας κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Η περίοδος των μνημονίων ήταν μια περίοδος σκληρής δοκιμασίας του Εθνικού Συστήματος Υγείας και της δημόσιας υγείας γενικότερα.

Γρ.1: Η συνολική δαπάνη για την Υγεία σε Ελλάδα και ΕΕ σαν % επί του ΑΕΠ

Το γράφημα 1, δείχνει την συνολική (ιδιωτική + δημόσια) δαπάνη για την υγεία. Δεν δείχνει όμως το μέγεθος της απόλυτης μείωσης σε Ευρώ γιατί παράλληλα το ΑΕΠ της χώρας κατέρρεε. Από το 2011 μέχρι το 2015, οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία στην Ελλάδα συρρικνώθηκαν κατά περίπου 23%. (Βλ. και γραφήματα 2 και 3)

Παράλληλα όταν η ΝΔ βρέθηκε στην συγκυβέρνηση από το 2011 μέχρι το 2015, υπό την προεδρία του Σαμαρά και την ένταξη του ΛΑΟΣ στο κόμμα, πέρασε από την ηγεμονία ενός μετριοπαθέστερου κεντροδεξιού ρεύματος στο κράμα σκληρού νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς που κυριαρχεί στην παράταξη μέχρι σήμερα. Η αποχρηματοδότηση του δημοσίου τομέα, η ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών και η απαξίωση της εργασίας αποτέλεσαν στοιχεία του στίγματος αυτού, που πολλές φορές υπερκερνούσε και την ίδια την τρόικα σε ζήλο λιτότητας:

Ο κ. Γεωργιάδης ως Υπουργός Υγείας ήταν εξόχως ανοικτός ως προς την υποτίμηση γιατρών και προσωπικού, ενώ ήταν ανοικτά επιθετικός απέναντι στους εργαζόμενους στην δημόσια υγεία απειλώντας τους με απολύσεις και αναφέροντας πως, ως Υπουργός Υγείας της χώρας, “εκπροσωπεί τον ιδιωτικό τομέα”:

Παράλληλα ο νυν πρωθυπουργός ετοιμαζόταν το 2014 να απολύσει 7900 γιατρούς και υγειονομικό προσωπικό του ΕΟΠΥΥ:

Ταυτόχρονα, το εισιτήριο στα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων ανατιμήθηκε σε 5 από 3 ευρώ και ο σχεδιασμός της κυβέρνησης, ο οποίος απετράπη ύστερα από έντονες κινητοποιήσεις, ήταν για είσοδο 25€.

Αυτά ήταν τα επικοινωνιακά εμφανέστερα από τα πλήγματα που δέχθηκε την περίοδο των μνημονίων το σύστημα υγείας της χώρας μας. Η καταστροφή των υποδομών του όμως ήτα συνολική και ευρείας κλίμακας. Σύμφωνα με μελέτη της Ελένης Mαυρούλη σχετικά με την επίδραση των μνημονίων στην δημόσια υγεία, την περίοδο αυτή:

Ο συνολικός αριθμός κλινών στα νοσοκομεία του ΕΣΥ μειώθηκε από 38.115 το 2009 σε 29.550 το 2016. Ο αριθμός των τμημάτων και των μονάδων μειώθηκε κατά 600 και απομακρύνθηκαν 15.000 από το νοσοκομειακό προσωπικό. Πέραν αυτών 500 νοσοκομειακές κλίνες διατέθησαν για κατά προτεραιότητα χρήση των πελατών ιδιωτικών ασφαλιστικών

Ενδεικτικό της κεντρικότητας αυτής της εμμονής της ΝΔ στην παραχώρηση τμημάτων της δημόσιας υγείας σε ιδιώτες είναι πως λίγες εβδομάδες πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, ο τότε Υπουργός Υγείας Μάκης Βορίδης είχε ιδρύσει την Εταιρεία Συστήματος Αποζημίωσης Νοσοκομείων ΑΕ, ενός “καθολικού συστήματος κατανομής αμοιβών επί τη βάσει των ειδικών χαρακτηριστικών των παρεχόμενων υπηρεσιών (εισαγωγής, διάγνωσης, θεραπείας ασθενών) μεταξύ νοσοκομείων, δημόσιων και ιδιωτικών…το οποίο καταλαμβάνει όλες τις παρεχόμενες ιατρικές υπηρεσίες”. Σε αυτή υπήρχε πρόβλεψη συμμετοχής στη σύνθεσή μέχρι 20% (στα αρχικά σχέδια και μέχρι 50%) ιδιωτών, ενώσεων ιδιωτικών κλινικών και ασφαλιστικών εταιρειών, με πρόθεση να έχουν βαρύνοντα ρόλο στην εταιρεία. Ο οργανισμός παρέμεινε, αλλά η ιδιωτική συμμετοχή στη μετοχική σύνθεση της εταιρείας καταργήθηκε πριν προλάβει να ξεκινήσει.

Με την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Προεδρία της ΝΔ, η συμμαχία νεοφιλελευθέρων - ακροδεξιών που είχε στηρίξει τον Σαμαρά, διατήρησε την ηγεσία της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η ΝΔ πολιτεύτηκε σε ανοιχτή αντιπαλότητα με τις όποιες προσπάθειες έκανε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να επαναθεσμίσει και να ενισχύσει το σύστημα υγείας και ήταν ανοιχτά κατά της επένδυσης στην δημόσια υγεία. Σε μια χαρακτηριστική αποστροφή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέκρινε στην βουλή τις προσλήψεις για τις ΤΟΜΥ, θεωρώντας πως υπάρχουν παραγωγικότερες δραστηριότητες στις οποίες θα έπρεπε να επενδυθούν τα χρήματα των ευρωπαϊκών προγραμμάτων:

Οι Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ) βρέθηκαν στο στόχαστρο της ΝΔ, προ και μετά των εκλογών, όπως διαχρονικά στο ίδιο στόχαστρο βρέθηκε κάθε προσπάθεια δημιουργίας συστήματος πρωτοβάθμιας περίθαλψης υπαγόμενης και χρηματοδοτούμενης από το ΕΣΥ. Σήμερα πλέον η πανδημία έχει αναδείξει την κρισιμότητά τους και η ΝΔ έχει υποστείλει προς το παρόν την παντιέρα εναντίον τους. Η αντιμετώπιση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (ΠΦΥ) σαν πεδίο ιδιωτικής κερδοφορίας είναι άλλο ένα από τα πράγματα που παρέμειναν διαχρονικά σταθερά στην ατζέντα της ΝΔ, ήδη από τον νόμο 2071/1992 του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Επί Υπουργίας Δημήτρη Αβραμόπουλου και δυο μέρες πριν τις εκλογές του 2009, κατατέθηκε νομοσχέδιο για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας που είχε ευρύτατα θεωρηθεί τότε σαν δώρο προς τον ιδιωτικό τομέα.

Τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν σαφώς αποτυπωμένο στο πρόσφατο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας (στην μία σελίδα προεκλογικών υποσχέσεων χωρίς κοστολόγηση ή πλαίσιο που αποτέλεσε το προεκλογικό πρόγραμμα του κόμματος για τις εκλογές του 2019). Αποτυπώθηκε όμως εμμέσως σε πολλαπλές δηλώσεις και σε μια εξαιρετικά προεκλογική και προσεκτική ομιλία του Προέδρου της ΝΔ. Εκεί διατυπώθηκε γλυκά πλην σαφώς η πρόθεση για αγορά υπηρεσιών από ιδιώτες και για σύνδεση των νοσοκομείων με τις ασφαλιστικές εταιρίες, ενώ στην πορεία έγινε σαφής η ήδη δηλωμένη πρόθεση εισαγωγής των ΣΔΙΤ με ποικίλους τρόπους στη υγεία. Χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην εισαγωγή της ομιλίας του ξαναπιάνει την αφήγηση - κερκόπορτα του νόμου του 1992 για την είσοδο των ιδιωτικών συμφερόντων στην υγεία:

“δεν θα κουραστώ να το λέω, το δημόσιο συμφέρον δεν συνεπάγεται αναγκαστικά και το κρατικό συμφέρον. Δημόσια πολιτική δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη κρατική πολιτική”

Αλλά δεν έμεινε εκεί. Καθώς η προεκλογική περίοδος προχωρούσε και το προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας επέτρεπε περισσότερο τολμηρές αιχμές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναρωτιόταν γιατί να μην δοθεί το μάνατζμεντ δημοσίων νοσοκομείων σε ιδιώτες ή γιατί να μην υπενοικιάζονται σε ιδιωτικά εργαστήρια κάποιοι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία.

Με την άνοδό της στην εξουσία, η Νέα Δημοκρατία προχώρησε σε κινήσεις που ήταν συνεπείς με τις εξαγγελίες της: με το που δόθηκε το σήμα από τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ξεκίνησε από την Κομοτηνή και την Λάρισα την μετατροπή δημοσίων νοσοκομείων σε ΝΠΙΔ, και έπεται κατά τους σχεδιασμούς το νοσοκομείο της Σπάρτης και το Παιδιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης που είχε μείνει ανεκτέλεστο όπως προαναφέραμε ως ΣΔΙΤ την προηγούμενη δεκαετία, ενώ η κρίση είπαμε πως απέτρεψε την κατάργηση όσων ΤΟΜΥ είχαν λειτουργήσει.

Θα πρέπει να επισημάνουμε όμως πως, παρά τους πανταχόθεν σημερινούς ύμνους προς τη δημόσια υγεία, το υπάρχον Ελληνικό σύστημα υγείας παρέμεινε ένα ιδιόμορφο μεικτό σύστημα που συνάδει γενικά της νεοδημοκρατικής αντίληψης. Πρόκειται για το λεγόμενο «ελληνικό παράδοξο»: “Δεδομένης της καθολικής υγειονομικής κάλυψης του πληθυσμού από το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης… το υγειονομικό μας σύστημα είναι το πλέον ιδιωτικοποιημένο μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών”.

Το ΕΣΥ ποτέ δεν ολοκληρώθηκε, η μεταρρύθμιση του 1992 επανέφερε την ιδιωτική υγεία στο παιχνίδι σε ρόλο που δεν ήταν απλά επικουρικός, η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας παρέμεινε κατακερματισμένη, εκτός κεντρικού σχεδιασμού και ιδιωτικοποιημένη σε μεγάλο ποσοστό. Το ΕΣΥ αντί να αναπτυχθεί παρέμεινε, από ένα σημείο και πέρα σε μια δικομματική συνέργεια, μόνιμα ανολοκλήρωτο. Πέρα από την “παθητική ιδιωτικοποίηση” που προκαλούσε η αποεπένδυση στο ΕΣΥ και η παραμέλησή του, είχαμε παράλληλα και την “άτυπη” ιδιωτικοποίηση της υγείας μέσα από τα σχεδόν θεσμοποιημένα “φακελάκια” (αντιπαροχή “εκδημοκρατισμένης” διαφθοράς των κυβερνήσεων για τους σχετικά ταπεινούς μισθούς του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού). Όλα αυτά συνέβαλαν στην διατήρηση της σχετικής συμμετοχής της ιδιωτικής δαπάνης υγείας στην Ελλάδα μεταξύ 35–45% της συνολικής:

Γράφημα 2: Εξέλιξη της δαπάνης υγείας, Ελλάδα 2000–2016

Η συμμετοχή αυτή, της δημόσιας δαπάνης στις συνολικές δαπάνες υγείας, είναι η μικρότερη σε ποσοστό στην Ευρώπη πλην Βουλγαρίας, Λετονίας (μετά την κρίση λιτότητας και εκεί) και της Κύπρου.

Γράφημα 3

Η διακύμανση του ποσοστού αυτού δείχνει εντυπωσιακή σταθερότητα που λίγο επηρεάστηκε από την κρίση χρέους και τη λιτότητα.

Δεν μοιάζει λοιπόν πιθανό να είναι στα σχέδια της κυβέρνησης η αλλαγή αυτής της κατεύθυνσης προς όφελος της δημόσιας συμμετοχής — αν και η περιπέτεια της πανδημίας έχει αναδείξει και πάλι τη σημασία της διατήρησης ενός αποεμπορευματοποιημένου συστήματος υγείας και σε πολιτικούς χώρους που ως τώρα ήταν αρνητικοί σε αυτό. Αντίθετα ο σχεδιασμός του ιδιωτικού μάνατζμεντ στα νοσοκομεία, της εισόδου των ιδιωτικών ασφαλιστικών στις υποδομές της υγείας και των ΣΔΙΤ (με όλα τα άλλα προβλήματα που έχει) στον χώρο της υγείας, παρότι διαφημίζεται ως συνεργασία και όχι ιδιωτικοποίηση, οδηγεί προς την σταδιακή εμπορευματοποίηση της υγείας, δίνει δυνατότητες να ωφεληθούν οι ισχυροί παίκτες στον χώρο της ιδιωτικής υγείας, αλλά και να ικανοποιηθούν μικροί ιδιώτες και υπεργολάβοι τους. Πρόκειται ακριβώς για τα στρώματα εκείνα των οποίων η εκπροσώπηση είναι κρίσιμη για την Νέα Δημοκρατία, αλλά και το είδος της οικονομικής δραστηριότητας το οποίο βρίσκεται στον πυρήνα της ιδεολογικής της συγκρότησης διατασικά. Παρότι λοιπόν η εμπειρία της Βρετανίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ενθαρρυντική για το είδος των σχεδίων που επεξεργάζεται η ΝΔ, οι οικονομικές και κοινωνικές παράμετροι μιας τέτοιας πολιτικής, αλλά και η συμβολική τους επένδυση, τα καθιστούν εξαιρετικά ελκυστικά για την συντηρητική παράταξη.

Η Μιράντα Ξαφά είναι ίσως η φωνή της νεοφιλελεύθερης καθαρότητας. Λίγες εβδομάδες πριν την έκρηξη της πανδημίας του κορωνοϊού είχε δημοσιευθεί στα πλαίσια της πρεμιέρας του ντοκιμαντέρ Agora II: Δεσμώτες του Γιώργου Αυγερόπουλου μια δήλωσή της που συνοψίζει την ακραία νεοφιλελεύθερη άποψη: “Εγώ πιστεύω ότι δεν χρειάζονται κρατικά νοσοκομεία. Μπορούν όλα να είναι ιδιωτικά. Είναι ανίκανος επιχειρηματίας το κράτος, δεν πρέπει να διαχειρίζεται τίποτα”.

Αν και η ακρότητα αυτής της άποψης την κάνει προσωρινά μη-υιοθετήσιμη (και είναι μάλλον το είδος του νεοφιλελευθερισμού κατά του οποίου εξεμάνη και ο Ν.Κακλαμάνης), είναι αναμφίβολο πως υπάρχουν ισχυρά ρεύματα μέσα στην Νέα Δημοκρατία και συμφέροντα γύρω από αυτήν, τα οποία ενστερνίζονται πάνω-κάτω την ίδια αντίληψη. Δεν ξέρω αν η πανδημία αποτελέσει ένα σχολείο μέσα από το οποίο όλο το πολιτικό φάσμα, και αυτό που τα απαξίωνε, θα ξαναεκτιμήσει την αξία των δημόσιων αγαθών. Αυτό θα εξαρτηθεί ίσως και από την διάρκεια της κατάστασης υγειονομικής εξαίρεσης και τις συνέπειές της στην οικονομία και στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Από την πλευρά του πάντως ο πρωθυπουργός, εν μέσω πανδημίας και παρά τους διθυράμβους ολούθε για τα κρατικά νοσοκομεία και τους νοσοκομειακούς του ΕΣΥ, στην πρόσφατη ομιλία του στην Βουλή επέμεινε ιδιωτικά, κάνοντας μνεία στην προσφορά του ιδιωτικού τομέα της υγείας στην κρίση και στις δωρεές των ιδιωτών. Χαρακτηριστικά δήλωσε:

Κοινή ανάγκη επιτάχυνε τη συνεργασία του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, ιδίως στον τομέα της υγείας, και φάνηκε ότι αυτή μπορεί όντως να εξοικονομήσει δυνάμεις, να εμπλουτίσει τον ιατρικό τεχνικό εξοπλισμό, να προάγει την τεχνογνωσία και τελικά να παράγει ένα καλύτερο αποτέλεσμα υπέρ του πολίτη.

Στην κρίση αυτή δεν στηρίζουμε απλά το Εθνικό Σύστημα Υγείας, το προετοιμάζουμε για την νέα του πορεία στον 21ο αιώνα. Σήμερα είναι όρθιο, αύριο θα είναι ψηλότερο

Με άλλα λόγια η πολιτική διείσδυσης του ιδιωτικού στον πυρήνα της παροχής του δημόσιου αγαθού και η εμπορευματοποίηση της υγείας φαίνεται πως θα παραμείνουν και μετά την πανδημία ψηλά στην ατζέντα της Νέας Δημοκρατίας. Όπως υποσχέθηκε άλλωστε στο προεκλογικό της πρόγραμμα.

--

--

talws
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗΣ

Just your average mythical Cretan cyborg (aka Mihalis Panayiotakis)