Είναι εφικτή μια νέα εκβιομηχάνιση; Μέρος 2o

Nikos Anagnostou
metablogging.gr
Published in
10 min readJun 13, 2020

Μετά την εξέταση των γενικών συνθηκών και στρατηγικών που ξεκινήσαμε στο 1ο μέρος, και τη διαπίστωση ότι δεν υπάρχει κανένας εύκολος και προφανής δρόμος ή πεπατημένη, θα εξετάσουμε μια πρόταση που έχει ένα βαθμό αυθαιρεσίας μέσα της, τουλάχιστον κατά το βαθμό που έχει αντιστοιχη αυθαιρεσία η οποιαδήποτε τολμηρή επιχειρηματική πρόταση. Γιατί το ερώτημα δεν είναι αν, σα χώρα, θέλουμε να προχωρήσουμε σε μια ασφαλή κ επικερδή επένδυση (= βιομηχανία) γιατί τέτοια δεν υπάρχει. Αλλά αν θέλουμε να προχωρήσουμε σε μια αναγκαία και δύσκολη επένδυση, μ’ εκ των προτέρων γνωστές τις χαμηλές πιθανότητες επιτυχίας, γιατί την κρίνουμε σαν αναγκαία κι απαραίτητη συνθήκη για τη χώρα και το μέλλον της.

Χωρίς πολλά πολλά λοιπόν, η πρόταση είναι η εξής:

Βιομηχανία μπορεί ν’ αναπτυχθεί μόνο με ισχυρή παρέμβαση του κράτους σε στρατηγικούς τομείς, και συγκεκριμένα, με σειρά προτεραιότητας, στην άμυνα, την αεροδιαστημική, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τη ρομποτική.

Και μόνο το άκουσμα των κλάδων προκαλεί ένα ρίγος κι ίσως ένα μειδιάμα. Γιατί πρόκειται για κλάδους αιχμής, μεγάλης έντασης κεφαλαίου, που απαιτούν συστηματική εφηρμοσμένη έρευνα.

Για να μην πω τι ρίγος προκαλεί η λέξη “κράτος”.

Αλλά πριν δούμε αναλυτικά την πρόταση, ας εξετάσουμε τη συνάφεια των παραπάνω κλάδων, ξεκινώντας από τον τελευταίο.

Ρομποτική

Αφήνοντας κατά μέρος τις πιθανές επιπτώσεις για την απασχόληση, στις τρέχουσες τάσεις διακρίνουμε ένα ‘παράδοξο’: Οι χώρες της Άπω Ανατολής, που κατάφεραν να συγκεντρώσουν το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής χάρη στα χαμηλά εργατικά τους, είναι αυτές που προηγούνται στην υιοθέτηση της ρομποτικής σε απόλυτα νούμερα.

Εγκαταστάσεις βιομηχανικών ρομπότ παγκοσμίως
Εγκαταστάσεις βιομηχανικών ρομπότ ανά Ήπειρο

Το παράδοξο αυτό παύει να είναι παράδοξο αν λάβει κανείς υπόψιν δύο παραμέτρους:

  • Η ταχεία εκβιομηχάνιση της Άπω Ανατολής οδηγεί σε άνοδο των μέσων εισοδημάτων των κατοίκων αυτών των χωρών και εξαφανίζει σταδιακά το οικονομικό πλεονέκτημα των χαμηλών εργατικών.
  • Η διατήρηση της ηγετικής θέσης στη βιομηχανία είναι επιθυμητή κι αποτελεί συνειδητή στρατηγική αυτών των χωρών.

Για να μπορέσουν να διατηρήσουν και στο μέλλον την ηγετική τους θέση στην παραγωγή, χρειάζεται να βρουν εναλλακτικές μεθόδους μείωσης του κόστους. Κι η ρομποτική είναι η πιο πρόσφορη. Ίσως η μόνη πρόσφορη.

Επιπλέον, η ρομποτική δίνει τη δυνατότητα σ’ αυτές τις χώρες, να μην επαναλάβουν το “λάθος” της Δύσης αναζητώντας νέες χώρες χαμηλού κόστους για να μετακινήσουν εκεί την παραγωγή τους (αν και ανάλογες τάσεις έχουν εκδηλωθεί ήδη, με αποδέκτες την Ταϊλάνδη, την Μαλαισία, το Βιετνάμ και την Ινδονησία).

Δεν είναι τυχαίο ότι η Ιαπωνία, που είναι η παλαιότερη βιομηχανική χώρα της Άπω Ανατολής, είναι κι ο διεθνής leader στην παραγωγή ρομποτικών συστημάτων.

Από το παραπάνω διάγραμμα βλέπουμε ότι ποσοτικά η Ασία έχει περίπου 5 φορές περισσότερα εγκατεστημένα βιομηχανικά ρομπότ απότι η Ευρώπη κι η Αμερική. Ενδιαφέρον είναι επίσης ότι τη δεύτερη θέση την κατέχει η ΕΕ κι όχι η Αμερική, πιθανότατα λόγω του ειδικού βάρους της αυτοκινητοβιομηχανίας της και της Γερμανίας (ενός κατεξοχήν βιομηχανικού και εξαγωγικού κράτους).

Στην Ελλάδα, ο αριθμός των εγκατεστημένων βιομηχανικών ρομπότ για το 2018, ήταν, σύμφωνα με μια εκτίμηση, περί τα 250. Αλλά η αναλογία εγκατεστημένων μονάδων ανά 10.000 εργαζόμενους, ήταν στο 17 το 2016, τη στιγμή που ο μέσος παγκόσμιος όρος ήταν στα 74, ενώ η σύγκριση με χώρες ανάλογου μεγέθους είναι επίσης μη ευνοϊκή: Πορτογαλία (57), Ισραήλ (31). Και, τέλος, ακόμα κι ο γεωπολιτικός μας αντίπαλος, η Τουρκία, προηγείται με 23.

Ο μέσος όρος το 2018 ανέβηκε στο 99 , όμως δεν έχουμε στοιχεία για τη θέση της Ελλάδας.

Παρά τη δυσμενή αυτή εικόνα, στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται μια σειρά από integrators ρομποτικής που έχουν να επιδείξουν έργα πέραν της Ελληνικής επικράτειας. Χαρακτηριστικό είναι ότι, με βάση τα στοιχεία της International Federation of Robotics, τα βιομηχανικά ρομπότ που πουλήθηκαν στην Ελλάδα ανέρχονται στα 600, πράγμα που σημαίνει ότι η διαφορά με τα εγκατεστημένα 250 προοριζόταν για επανεξαγωγή. Δηλαδή, το μεγαλύτερο μέρος από τις εργασίες των integrator (σε όγκο τουλάχιστον) είναι από έργα εκτός Ελλάδος. Κι αυτό είναι κάτι καραρχήν ενδιαφέρον κι υποσχόμενο. Τέτοιες εταιρείες είναι Gizelis Robotics, Zenon, Sabo κ.α.

Δεδομένης της σύνθεσης της ελληνικής βιομηχανίας (κυρίως process manufacturing) πόση θετική επίδραση μπορεί να έχει η ρομποτική;

Στο επόμενο διάγραμμα φαίνεται ότι οι κλάδοι πλαστικών, χημικών και τροφίμων έχουν αναλογικά λιγότερες εγκαταστάσεις ρομπότ απότι η αυτοκινητοβιομηχανία, τα ηλεκτρονικά και τα μηχανήματα.

Συνεπώς, η παρούσα σύνθεση της ελληνικής βιομηχανίας δεν παρέχει επαρκή κίνητρα στις ελληνικής εταιρείες ρομποτικής να επενδύσουν περαιτέρω και κάποια στιγμή να δημιουργήσουν και δικές τους παραγωγικές μονάδες. Για να υπάρξει τέτοιο ενδιαφέρον, πρέπει να υπάρξουν πιο προηγμένες χρήσεις, όπως χρήση σε κατασκευές οχημάτων, αεροσκαφών ή πλοίων.

Άμυνα

Αν οι περιπέτειες των τελευταίων χρόνων δεν έχουν πείσει τον αναγνώστη για την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας εθνικής αμυντικής βιομηχανίας, τότε η ανάγνωση μπορεί να σταματήσει εδώ.

Για όσους είναι πεπεισμένοι για την ανάγκη, το επόμενο ερώτημα είναι το τι ακριβώς. Η αμυντική βιομηχανία περιλαμβάνει δραστηριότητες από την κατασκευή στρατιωτικών αρβύλων μέχρι αεροσκαφών F35. Κι από την κατασκευή απλών σφαιρών μέχρι πυρηνικών κεφαλών.

Η Ελλάδα δεν μπορεί να κατασκευάσει ούτε πυρηνικά, ούτε μαχητικά αεροσκάφη τελευταίου τύπου. Δεν υπάρχει η αντίστοιχη πυραμίδα που θα υποστήριζε τέτοιες δραστηριότητες. Χρειάζεται όμως να επενδύσει σε τομείς που είναι λίγα σκαλιά παραπάνω από κει που βρίσκεται σήμερα και που μπορούν να προσφέρουν πολλά στην άμυνα με λίγο (σχετικά) κόστος.

Τέτοιοι τομείς είναι η κατασκευή drones (τόσο αναγνωριστικών, όσο και μαχητικών, εναέριων και υποθαλλάσιων), βαλλιστικών πυραύλων μικρού βεληνεκούς (SRBM), και μικρών έως μεσαίων πολεμικών σκαφών.

Μεγάλος αριθμός από τα παραπάνω, δημιουργεί μεγάλη αποτρεπτική ισχύ.

Το βεληνεκές των μικρών βαλλιστικών πυραύλων είναι μέχρι 1000 χλμ. Για λόγους σύγκρισης και μόνο, να πούμε ότι η απόσταση Αθήνα -Άγκυρα είναι γύρω στα 800 χμ. Συνεπώς, οι βαλλιστικοί πύραυλοι μικρού βεληνεκούς είναι ικανοί να στοχεύσουν στρατηγικές θέσεις του αντιπάλου σε ένα πολύ μεγάλο εύρος, πράγμα που τους καθιστά υπολογίσιμη απειλή και, άρα, υποχρεωτικά θα δεσμεύσει δυνάμεις για την αναχαίτιση τους. Έτσι, επίφοβα αμυντικά συστήματα όπως οι S-400, θα δεσμευτούν για ν’ αναχαιτίσουν μια πιθανή τέτοια απειλή. Με σίγουρη επιτυχία, βέβαια, σε επίπεδο μεμονωμένης αναχαίτισης, αλλά με μια διαφορά: το κόστος αναχαίτισης ενός φτηνού βαλλιστικού πυραύλου είναι πολλαπλάσιο του κόστους του βαλλιστικού πυραύλου. Πράγμα που μετατρέπει την αντιπαράθεση πυρός, σε αντιπαράθεση πόρων.

Αντίστοιχης λογικής είναι κι η ανάπτυξη drones στην οποία, δυστυχώς για μας, είναι ήδη πολύ μπροστά η Τουρκία. Το κόστος κατασκευής και λειτουργίας ενός drone είναι υποπολλαπλάσιο ενός μαχητικού αεροσκάφους. Η αντιπαράταξη drones σε αεροσκάφη, έχει προδιαγραμμένο αποτέλεσμα από πλευράς αερομαχίας (το μαχητικό θα κερδίσει εύκολα) αλλά επιβαρύνει δυσανάλογα το κόστος της συντήρησης της αεροπορίας.

Τέλος, υποβρύχια drone με ελαφρές τορπίλλες μπορούν ν’ απασχολήσουν ανάλογα, μεγάλα και ακριβά πολεμικά σκάφη.

Το κλειδί σ’ αυτή τη στρατηγική είναι η δυνατότητα παραγωγής με πολύ χαμηλό κόστος. Κι εδώ φαίνεται ο ρόλος της ρομποτικής.

Όπως και στις επιχειρηματικές στρατηγικές, η Ελλάδα πρέπει ν’ ακολουθήσει στατηγική cost leadership, επενδύοντας στρατηγικά σε υποδομές που μπορούν να κατασκευάσουν τα παραπάνω σε παγκόσμια ανταγωνιστικό κόστος. Με εκτεταμένη χρήση της ρομποτικής, τόσο η κλίμακα όσο και το ανά μονάδα κόστος είναι επιτεύξιμα.

Αεροδιαστημική

Από τις ανάγκες της άμυνας όπως αναλύθηκαν πιο πάνω, προκύπτει η συνάφεια με την αεροδιαστημική. Πέρα από τα drones, ένα οποιοδήποτε σοβαρό αμυντικό σύστημα, βασίζεται πάνω απ’ όλα σε συστήματα πληροφόρησης κι έγκαιρης ενημέρωσης μεγάλο μέρος των οποίων γίνεται μέσω δορυφόρων.

Ευτυχώς, με τις προόδους στην μεταφορά φορτίων στο διάστημα και τη μείωση του μεγέθους των δορυφόρων, κάτι τέτοιο δεν είναι πλέον απαγορευτικό. Περισσότερο είναι θέμα μικροηλεκτρονικής και software. Κι ευτυχώς σ΄αυτά διαθέτουμε την κατάλληλη μαγιά σα χώρα.

Στον τομέα των drones υπάρχει ένα σε παραγωγή από την Ελληνική Αεροπορική βιομηχανία, μια πανεπιστημιακή ομάδα που έχει να επιδείξει εντυπωσιακή δουλειά, η κατακύρωση ενός έργου για την ανάπτυξη Εθνικού drone στην Intracom Defence και διάφορες μικρές εταιρείες.

Στην πυραυλική δεν υπάρχει εμπειρία. Και για το θέμα των δορυφόρων καταρχήν δεν χρειάζεται. Είναι όμως ένα αντικείμενο που έχει συνάφεια με την ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων. Η ανάπτυξη βλημάτων μπορεί ίσως να βοηθήσει την ανάπτυξη μικρών πυραυλικών οχημάτων (όπως της RocketStar). Ή το ανάποδο. Και το από που ξεκινάς, είναι σημαντικό για το θέμα της χρηματοδότησης, όπως θα δούμε παρακάτω.

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

Η εξάρτηση της Ελλάδας από εισαγώμενη ενέργεια είναι από μόνη της μια απειλή για την εθνική κυριαρχία.

Μέσα από τα Ευρωπαϊκά πλάνα (Green Deal του 1 τρις ευρώ) και τις δεσμεύσεις σα χώρα σ’ αυτά, υπάρχει ανάγκη για μεγάλη ανάπτυξη των ανανεώσιμων τα επόμενα χρόνια.

Είναι μια μοναδική ευκαιρία το δρόμο της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών να τον βαδίσουμε αναπτύσσοντας παράλληλα και την βιομηχανία παραγωγής των σχετικών μέσων.

Κι είναι ένας τομέας που δεν φαίνεται πως θα λείψουν τα κονδύλια γιατί η συγκυρία του κορωνοϊού, συμβάλει ευνοϊκά μέσω της ευρωπαϊκής βοήθειας, αν μπορεί να πει κανείς κάτι τέτοιο για μια πανδημία.

Το πλάνο

Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία

Όπως θ’ ανέμενε κανείς, η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία δεν έχει ούτε μέγεθος, ούτε βάθος. Αν εξαιρέσουμε τις κρατικές μονάδες, η πλειονότητα των υπολοίπων, όπως φαίνεται από το Μητρώο Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού που έχει αναρτήσει το ΥΠΕΘΑ, είναι εταιρείες λογισμικού κι οι περισσότερες εξ αυτών δεν ασχολούνται μόνο με αμυντικές εφαρμογές.

Η λίστα φαίνεται φτωχή κι είναι κατά πάσα πιθανότητα μη πλήρης, αλλά μας δίνει μια ιδέα και για τη φτώχεια του αντίστοιχου κλάδου. Κατά τη γνώμη μου οι εταιρείες λογισμικού δεν θα έπρεπε να περιλαμβάνονται καθόλου σ’ αυτή τη λίστα αλλά θα έπρεπε να ταξινομούνται στους παρόχους υπηρεσιών, τουλάχιστον στο βαθμό που το λογισμικό που παρέχουν είναι κατά παραγγελία ή απαιτεί μεγάλης έκτασης προσαρμογή/παραμετροποίηση για ν’ αξιοποιηθεί από τις ΕΔ.

Η Ελλάδα, όπως είπαμε και στο προηγούμενο άρθρο, έχει μια σειρά προβληματικές βιομηχανίες αμυντικού υλικού. Για τα παραπάνω σημαντικό ρόλο παίζουν η ΕΑΒ (για drones), τα ναυπηγεία (για μικρά σκάφη και υποθαλάσσια drones) κι η ΠΥΡΚΑΛ (για πυρομαχικά).

Δεν υπάρχει φορέας σχετικός με την πυραυλική, άρα πρέπει να δημιουργηθεί.

Το κράτος

Το καθαρά παραγωγικό μέρος της ανάπτυξης εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας θα πρέπει να το αναλάβει το κράτος. Γιατί αυτό είναι που απαιτεί την μεγάλη και δύσκολη επένδυση που αδυνατεί ν’ αναλάβει ο ιδιωτικός τομέας.

Σ’ αυτή την επένδυση συμπεριλαμβάνεται η ρομποτική για τη δημιουργία αντίστοιχων υποδομών, κι εδώ μπορούν να εμπλακούν οι εγχώριοι integrators για να υπάρχει κι ελληνική προστιθέμενη αξία.

Το κομμάτι του σχεδιασμού, παραγωγής εξαρτημάτων, δοκιμών, υπολογιστικών συστημάτων κ.α. μπορεί να τ’ αναλάβει ο ιδιωτικός τομέας μέσα από κατάλληλες διαδικασίες δημοπράτησης.

Χρηματοδότηση

Η χρηματοδότηση είναι το πιο δύσκολο κομμάτι μιας και η Ελλάδα διάγει, καιρό τώρα, περίοδο ισχνών αγελάδων. Η συγκυρία όμως προσφέρει μια ευκαιρία: την χρήση των κεφαλαίων από την κρίση του κορωνοϊού που έχουν γίνει earmark για την Ελλάδα, και για τέτοιους σκοπούς.

Επιπλέον, οι παραπάνω κρατικές βιομηχανίες πρέπει να περάσουν σε μερική ιδιωτικοποίηση με εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο, και για λόγους άντλησης κεφαλαίων αλλά και για λόγους αλλαγής νοοτροπίας, προσώπων και συνολικής λειτουργίας. Το μοντέλα αυτό έχει δουλέψει καλά στην Τουρκία. Γιατί όχι και σε μας;

Μια άλλη δυσκολία στην χρηματοδότηση είναι θεσμικής υφής, καθώς οι προμήθειες των ενόπλων δυνάμεων υπόκεινται σε Ευρωπαϊκού κανόνες που δεν επιτρέπουν εθνικές επιδοτήσεις. Υπάρχουν όμως δύο παράθυρα.

Θεσμικό πλαίσιο

Μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, οι δυνατότητες του Ελληνικού κράτους να υποστηρίξει εγχώριους κλάδους περιορίστηκαν σημαντικά. Η λογική ήταν ότι στον ευρωπαϊκό χώρο πρέπει να ισχύουν ίδιοι κανόνες πρόσβασης σε έργα του Δημοσίου για όλες τις ευρωπαϊκές εταιρείες, κι ότι δεν πρέπει να επιδοτούνται εθνικοί κλάδοι γιατί κάτι τέτοιο νοθεύει τον ανταγωνισμό. Στη μεταβατική περίοδο, σε αναγνώριση της υστέρησης διαφόρων χωρών, δημιουργήθηκαν ευρωπαϊκά προγράμματα που αποσκοπούσαν να δημιουργήσουν τις συνθήκες που θα φέρουν τις εθνικές οικονομίες στο ίδιο πάνω κάτω επίπεδο. Έτσι, μέσα από τα διάφορα πακέτα Ντελόρ, ΕΣΠΑ κλπ δόθηκαν πακτωλοί χρημάτων με σκοπό τη στήριξη και τον εκσυγχρονισμό διαφόρων κλάδων, αλλά με πενιχρά αποτελέσματα, καθώς στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι πόροι αυτοί σπαταλήθηκαν.

Στην παρούσα φάση, λοιπόν, δεν υπάρχουν ιδιαίτερες δυνατότητες στήριξης της ελληνικής βιομηχανίας ούτε από εθνικούς, ούτε από κοινοτικούς πόρους.

Με μία εξαίρεση: την αμυντική βιομηχανία που αρχικά δεν υπόκειτο στους παραπάνω περιορισμούς και που τώρα μπορεί να εξαιρεθεί σε ορισμένες περιπτώσεις.

Από έγγραφο του ΥΠΕΘΑ διαβάζουμε:

2. Στο πλαίσιο της οδηγίας 2009/81/ΕΚ, η ανάθεση έργου στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία, εκτός αιτιολογημένων εξαιρέσεων για λόγους προστασίας ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας της χώρας, είναι δυνατή μόνο μέσω διεθνών διαγωνιστικών διαδικασιών, πρόβλεψη που περιορίζει σημαντικά τη δυνατότητα συμμετοχής της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στις προμήθειες των ΕΔ.

Συνεπώς, το να επιδοτηθεί ελληνική αμυντική βιομηχανία είναι σε ένα βαθμό συνάρτηση ειδικών αναγκών (και μπορούμε να φανταστούμε αρκετές με την προσφυγική κρίση) όσο και θέμα παρουσίασης αυτών των αναγκών.

Συναφείς δράσεις

Αν οι καθαρά αμυντικοί πόροι δεν μπορούν να διοχετευτούν σε νέες παραγωγικές δραστηριότητες, υπάρχει η δυνατότητα της έμμεσης ανάπτυξης δυνάμει αμυντικού υλικού μέσα από άλλες δραστηριότητες.

Π.χ. η ανάπτυξη drone για έγκαιρη πρόληψη των δασικών πυρκαγιών ή τον εντοπισμό και τη διάσωση ναυαγών, είναι θέματα που δεν έχουν όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες και γι αυτό θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν ανάλογες δράσεις μέσα από ευρωπαϊκά κονδύλια.

Τόσο τα drones όμως όσο και τα συστήματα αναγνώρισης μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για στρατιωτικούς σκοπούς με τις κατάλληλες μετατροπές, που δεν χρειάζεται να τύχουν Ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.

Συνοψίζοντας

Η παραπάνω πρόταση δεν είναι κοστολογημένη. Κάτι τέτοιο θ’ απαιτούσε μια ομάδα ανθρώπων και δουλειά αρκετών μηνών. Κι ο δικός μου ρόλος δεν είναι του συμβούλου κυβερνήσεων αλλά ενός ανθρώπου που ανησυχεί και προσπαθεί να σκέφτεται. Η (μικρή) επιχειρηματική μου πείρα μ’ έχει διδάξει πως υπάρχουν πολύ λιγότερα αδύνατα απόσα φανταζόμαστε. Το ζήτημα λοιπόν συνοψίζεται σε δύο λέξεις: ανάγκη και τόλμη. Αν νοιώθουμε την ανάγκη πρέπει να βρούμε την τόλμη.

Κι η τόλμη δεν αφορά μόνο το εγχείρημα καθαυτό αλλά και το να ξεπεράσουμε στερεότυπα και αγκυλώσεις που καταρχήν δεν μας αφήνουν να σκεφτούμε πιο ελεύθερα γύρω απ΄ αυτό, όπως π.χ. ποιός είναι ο ρόλος του κράτους και ποιός των ιδιωτών.

Χρησιμοποιώντας το κράτος σαν “μπροστάρη” στην ανάπτυξη των τριών κλάδων που αναφέρθηκαν (άμυνα, αεροδιαστημική, ρομποτική, μ’ αυτή τη σειρά) μπορούμε να βαδίσουμε στ’ αχνάρια του Ισραήλ. Του Ισραήλ που, παρεπιπτόντως, κι ανεξάρτητα από τις όποιες πολιτικές αντιρρήσεις μπορεί να έχει κανείς, συνιστά ένα “φυσικό” σύμμαχο στην ευρύτερη περιοχή και που μπορεί να μας βοηθήσει και με τεχνογνωσία στην ανάληψη των παραπάνω δράσεων. Και δίνοντας τα κατάλληλα κίνητρα, μπορούμε να προχωρήσουμε και στον τέταρτο, τις ανανεώσιμες, για να θυμηθούμε με λιγότερο ειρωνεία εκείνο το Δανία του Νότου.

Το ειδικό βάρος αυτών των κλάδων, είναι ικανό να “σηκώσει” κι άλλες δραστηριότητες δημιουργόντας μια εφοδιαστική αλυσίδα (supply chain) που ν’ απλώνεται στος πλάτος των δραστηριοτήτων της ελληνικής βιομηχανίας και του κλάδου των υπηρεσιών.

Κι επειδή πίσω από τις σκέψεις αυτές κρύβεται τόσο μια ανησυχία για το οικονομικό μέλλον της χώρας, όσο και για την εδαφική ακεραιότητα και τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά μας, θα κλείσω μ’ ένα στρατιωτικό motto: ο τολμών νικά. Και στην οικονομία και στο πεδίο της μάχης.

--

--

Nikos Anagnostou
metablogging.gr

Founder and CEO of Discoveroom. Engineer, economist, book lover.